From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
working in groups, interpersonal communication skills, dialogue with other vocations and institutions;
ομαδική εργασία και συνεπώς ανάπτυξη προσόντων επικοινωνίας και διεπαγγελματικών και διοργανικών επικοινωνιακών μεθόδων·
during the interview the recruiter will focus most on experience, motivation and interpersonal social skills.
Στη συνέντευξη, ο υpiεύθυνο piροσλήψεων εστιάζει piερισσότερο στην εpiειρία, στα κίνητρα και στι διαpiροσω-piικέ κοινωνικέ δεξιότητε.
housekeepers working in hotels for senior citizens must have considerable interpersonal skills and be highly approachable.
Οι αρμοδιότητες του είναι παρόμοιες με εκείνες του διευθυντή του τμήματος δωματίων στα ξενοδοχεία των hl ΙΑ.
a major focus of this programme is also to train young people to develop their interpersonal skills.
Επιπλέον, ένα κέντρο βάρους του συγκεκριμένου προγράμματος είναι να εξασκήσει τους νέους στη διαμόρφωση των ικανοτήτων τους ως συνανθρώπων.
innovative capacity is closely linked with creativity as a personal attribute based on cultural and interpersonal skills and values.
Η ικανότητα καινοτομίας συνδέεται στενά με τη δημιουργικότητα ως προσωπικό χαρακτηριστικό που βασίζεται σε πολιτιστικές και διαπροσωπικές δεξιότητες και αξίες.
"he has a wonderful command of english, great interpersonal skills and an iq close to einstein's."
"Κατέχει σε εξαιρετικό βαθμό την Αγγλική γλώσσα, διαθέτει διαπροσωπικές ικανότητες και Δείκτη Νοημοσύνης σχεδόν όσο και ο Αϊνστάιν".
he or she must also have the necessary interpersonal skills to be able to communicate with people from other cultural backgrounds and develop new forms of cooperation within an international network.
Πρέπει επίσης να έχει ειδικές ικανότητες επαφής, να μπορεί δηλαδή να επικοινωνεί με άτομα από διαφορετικό πολιτιστικό περιβάλλον και να μπορεί να αναπτύσσει νέες συνεργασίες στο πλαίσιο ενός διακρατικού δικτύου.
interpersonal skills and methods of communication with deaf and hearing impaired people, visually impaired people, speech impaired people and people with a learning disability;
διαπροσωπικές ικανότητες και μεθόδους επικοινωνίας με κωφούς και άτομα με προβλήματα ακοής, όρασης, λόγου και άτομα με μαθησιακές δυσκολίες·
other medical staff is also trained through interpersonal skills of professional (interpersonální dovednosti specialisty) and education (edukace) programmes.
Και λοιπό ιατρικό προσωπικό επιμορφώνεται μέσω προγραμμάτων κατάρτισης σε ικανότητες διαπροσωπικών σχέσεων των επαγγελματιών (interpersonální dovednosti specialisty) και εκπαίδευσης (edukace).
a recent study published by the european commission highlighted that professional expertise is paramount but interpersonal skills such as communication and team work are becoming more important and that work experience during studies is a plus for the employability of higher education graduates.
Σε πρόσφατη μελέτη που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόνισε ότι η επαγγελματική πείρα είναι ύψιστης σημασίας αλλά και οι διαπροσωπικές ικανότητες όπως η επικοινωνία και η ομαδική εργασία αποκτούν μεγαλύτερη σημασία και ότι η επαγγελματική εμπειρία κατά τη διάρκεια των σπουδών είναι μεγάλο πλεονέκτημα για την απασχολησιμότητα των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
for example, where women and men are equally well qualified, more value can be attached to physical strength than to interpersonal skills, or more value can be attached to responsibility for capital than to responsibility for people.
Για παράδειγμα, όταν γυναίκες και άνδρες διαθέτουν ίσα προσόντα, μπορεί να προσδίδεται μεγαλύτερη αξία στη φυσική δύναμη απ’ ό,τι στις ικανότητες σε θέματα ανθρώπινων σχέσεων, ή να προσδίδεται μεγαλύτερη αξία στην ευθύνη διαχείρισης κεφαλαίων απ’ ό,τι στην ευθύνη διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού.
contact with developments in the labour market: education and training systems fail to meet the needs of the labour market as they rarely include certain of the newly-emerging specialities or broader social and interpersonal skills.
Η επαφή τους με τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας: Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης δεν ανταποκρίνονται, κατά κανόνα, στις ανάγκες της αγοράς εργασίας καθώς σπανίζουν ορισμένες νέες ανερχόμενες ειδικότητες και ευρύτερες δεξιότητες, κοινωνικές και προσωπικές.
3.18 training and interpersonal skills development should be planned so as to include compulsory foreign language learning for those employed in tourism, always taking account of cultural specificities, accompanied by the granting of vocational training certificates in accordance with eu and cedefop guidelines.
3.18 Στον σχεδιασμό της εκπαίδευσης και ανάπτυξη δεξιοτήτων συμπεριφοράς, θα πρέπει να είναι υποχρεωτική η εκμάθηση ξένων γλωσσών από τα άτομα που απασχολούνται στον τουρισμό, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, με παράλληλη χορήγηση πιστοποιητικών επαγγελματικής κατάρτισης σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του cedefop.
it is essential for this plan to include learning and improving interpersonal skills, and compulsory foreign language-learning for those employed in tourism, always taking account of cultural specificities, accompanied by the granting of vocational training certificates overseen by cedefop.
Απαραίτητο είναι να συμπεριλαμβάνεται υποχρεωτικά σε αυτόν τον σχεδιασμό η εκπαίδευση και η ανάπτυξη δεξιοτήτων συμπεριφοράς, όπως και η υποχρεωτική μάθηση ξένων γλωσσών από τα άτομα που απασχολούνται στον τουρισμό, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, με παράλληλη χορήγηση πιστοποιητικών επαγγελματικής κατάρτισης υπό την επίβλεψη του cedefop.