De traductores profesionales, empresas, páginas web y repositorios de traducción de libre uso.
enforcement procedures need to be simplified and the efficiency of the bailiff services improved.
Πρέπει να απλοποιηθούν οι διαδικασίες επιβολής και να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών δικαστικού επιμελητή.
in prindple it is for the party who engages a lawyer or instructs a bailiff to pay their fees.
Κατ' αρχήν, ο διάδικος ο οποίος προσλαμβάνει έναν δικηγόρο ή αναθέτει ορισμένες ενέργειες σε δικαστικό επιμελητή βαρύνεται με την αμοιβή τους.
however, in other member states the declaration may also be taken by the bailiff or other enforcement bodies.
Ωστόσο, σε άλλα κράτη μέλη η δήλωση μπορεί να γίνεται προς τον δικαστικό επιμελητή ή άλλα όργανα εκτέλεσης.
the bailiff will also refuse to order attachment if it appears sufficiently probable that the plaintiff's claim is unfounded.
Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει επίσης να αρνηθεί να εκδώσει διαταγή συντηρητικής κατάσχεσης, αν θεωρεί με επαρκή βεβαιότητα ότι η αξίωση του ενάγοντα είναι αβάσιμη.
a single fixed fee also has to be determined for the costs occasioned by the recourse to a competent authority, such as a bailiff.
Επίσης πρέπει να οριστεί ενιαίο πάγιο τέλος για τις δαπάνες που συνεπάγεται η προσφυγή σε αρμόδια αρχή, όπως για παράδειγμα σε δικαστικό επιμελητή.
the same applies in proceedings before the bailiffs court if the bailiff considers it appropriate (section 501 ofthe act).
Το ίδιο ισχύει για τις διαδικασίες ενώπιον του fogedret, εφόσον κάτι τέτοιο κρίνεται σκόπιμο από τον δικαστικό επιμελητή (άρθρο 501 του νόμου).
the bailiff must likewise refuse an order if there are no proper grounds for a prohibition, for example because the defendant has acknowledged the plaintiffs rights and undertaken to refrain from certain conduct.
Ο δικαστικός επιμελητής οφείλει παρομοίως να αρνηθεί την έκδοση διαταγής σε περίπτωση που δεν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι που να επιβάλλουν το απαγορευτικό μέτρο, παραδείγματος χάρη επειδή ο εναγόμενος έχει αναγνωρίσει τα δικαιώματα του ενάγοντα και έχει αναλάβει την υποχρέωση να απέχει από συγκεκριμένη συμπεριφορά.
there is nevertheless a certain burden of proof on the plaintiff; if he cannot produce sufficient evidence before the bailiff, the bailiff must refuse to issue the order.
Ο ενάγων φέρει, πάντως, κάποιο βάρος απόδειξης· σε περίπτωση που δεν είναι σε θέση να προσκομίσει στον δικαστικό επιμελητή επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να αρνηθεί την έκδοση διαταγής.
if the defendant fails to comply with the deadline, the plaintiff can apply to the bailiff's court to have the debt collected directly on the basis of the judgment awarding compensation.
Αν ο καθ' ου η απόφαση δεν τηρήσει την ταχθείσα προθεσμία, ο δικαιούμενος την αποζημίωση δύναται να υποβάλει αίτηση στο fogedred με σκοπό την άμεση είσπραξη της οφειλής με βάση τη δικαστική απόφαση που επεδίκασε την αποζημίωση.
section 642 ofthe act states that the bailiff requires only prima facie evidence before issuing an order; this is because under section 648 these proceedings must be followed by a full trial to establish whether the order was justified.
Στο άρθρο 642 του νόμου προβλέπεται ότι για την έκδοση διαταγής περί της λήψης ασφαλιστικών μέτρων αρκεί η ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων από τα οποία να προκύπτει εκ πρώτης όψεως ότι τα μέτρα αυτά είναι δικαιολογημένα, και τούτο επειδή βάσει του άρθρου 648 η διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων ακολουθείται υποχρεωτικά από πλήρη εκδίκαση της υπόθεσης, για να κριθεί κατά πόσον η διαταγή ήταν δικαιολογημένη.
bailiff ('gerechtsdeurwaarder'),which represents a course of study and vocational training totalling nineteen years, comprising eight years' compulsory schooling followed by eight years' secondary education including four years' technical education culminating in a state examination and supplemented by three years' theoretical and practical vocational training.
δικαστικού επιμελητή ("gerechtsdeurwaarder"),που αντιπροσωπεύει κύκλο σπουδών και επαγγελματικής εκπαίδευσης συνολικής διάρκειας 19 ετών, εκ των οποίων οκτώ έτη υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης και οκτώ έτη δευτεροβάθμιων σπουδών εκ των οποίων τέσσερα έτη τεχνικής εκπαίδευσης που πιστοποιείται με κρατικές εξετάσεις και συμπληρώνεται με τρία έτη θεωρητικής και πρακτικής εκπαίδευσης με άξονα την άσκηση του επαγγέλματος.