プロの翻訳者、企業、ウェブページから自由に利用できる翻訳レポジトリまで。
nebenerzeugnis, das bei der entsäuerung von Ölen und fetten unbestimmten pflanzlichen oder tierischen ursprungs mit lauge oder durch destillation anfällt
Υποπροϊόν που λαμβάνεται από έλαια και λίπη μη προσδιοριζόμενης φυτικής ή ζωικής προέλευσης, κατά την εξουδετέρωση των οξέων τους με χρήση καυστικών αλκαλίων ή με απόσταξη
und wenn du dich gleich mit lauge wüschest und nähmest viel seife dazu, so gleißt doch deine untugend desto mehr vor mir, spricht der herr herr.
Δια τουτο και εαν πλυθης με νιτρον και πληθυνης εις σεαυτον το σμηγμα, η ανομια σου μενει σεσημειωμενη ενωπιον μου, λεγει Κυριος ο Θεος.
das endprodukt aus der behandlung von cellulose mit natriumhydroxid, gefolgt von einer reaktion mit kohlendisulfid, dem auflösen in einer verdünnten lauge und dem extrudieren in einer säure zur bildung eines ununterbrochenen viscoseschlauchs
to προϊόν που λαμβάνεται με την κατεργασία κυτταρίνης με καυστική σόδα, με την εν συνεχεία αντίδραση με διθειάθρακα και την επακόλουθη διάλυση σε αραιό αλκαλικό διάλυμα και συμπίεση μέσα από οξύ για να σχηματισθεί συνεχής ίνα βισκόζης
einem aliquoten teil der auf etwa 0 °c gekühlten probe wird so viel lauge zugesetzt, daß ein ph-wert von 10-11 erreicht wird.
Στην ποσότητα που λαμβάνεται από το προς ανάλυση δείγμα οίνου, ο οποίος έχει ψυχθεί προηγουμένως περί τους 0oc, προστίθεται περίσσεια τιτλοδοτημένου υδροξειδίου του νατρίου ώστε οι τιμές του ph να κυμανθούν από 10 έως 11.
entfettete und getrocknete knochen oder ossein, gesalzene, getrocknete und gekalkte häute sowie häute und felle, die mit lauge oder säure behandelt wurden, können jedoch bei raumtemperatur befördert und gelagert werden.
Εντούτοις, τα απολιπασμένα και αποξηραμένα οστά ή οστεΐνη, οι αλατισμένες, αποξηραμένες και διατηρημένες σε ασβέστιο προβιές και οι προβιές και τα δέρματα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία με αλκάλιο ή οξύ μπορούν να μεταφέρονται και να αποθηκεύονται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.
der ausschuß sieht keinen grund, seine meinung über zuckercouleur zu ändern, die durch gesteuertes erhitzen von kohlehydraten mit oder ohne lauge oder säure hergestellt wird (sogenanntes reines karamel).
to 1983 η επιτροπή είχε σηυειώσει ότι ανέμενε συμπληρωματικά στοιχεία για τα εναμμώνια καραμελοχρώματα ( που παρασκευάζονται με ελεγχόμενη θερμική κατεργασία υδατανθράκων με ενώσεις αμμωνίου) για την περιγραφή της επί του παρόντος χρησιμοποιούμενης ένωσης και για τη σημασία που έχει για τον άνθρωπο η αναπόφευκτη παρουσία στο τελικό προϊόν μικρών ποσοτήτων thi.