検索ワード: definitively (英語 - ギリシア語)

コンピュータによる翻訳

人が翻訳した例文から、翻訳方法を学びます。

English

Greek

情報

English

definitively

Greek

 

から: 機械翻訳
よりよい翻訳の提案
品質:

人による翻訳

プロの翻訳者、企業、ウェブページから自由に利用できる翻訳レポジトリまで。

翻訳の追加

英語

ギリシア語

情報

英語

definitively allowed, or

ギリシア語

είτε επιτρέπονται οριστικά,

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

production definitively discontinued

ギリシア語

ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΠΑΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

最終更新: 2014-11-21
使用頻度: 8
品質:

英語

stop all farm work definitively,

ギリシア語

να παύσει οριστικά να ασκεί οποιαδήποτε γεωργική δραστηριότητα,

最終更新: 2014-11-21
使用頻度: 4
品質:

英語

now, definitively, the deciding one.

ギリシア語

Πλέον, σίγουρα καθοριστικός.

最終更新: 2016-01-20
使用頻度: 1
品質:

英語

)and definitively in december 2007(

ギリシア語

Υpiενθυ"ίζου"ε ότι το σχέδιο για τον τόνο εγκρίθηκε τον Νοέ"βριο του2006, αλλά τέθηκε σε ισχύ τον Ιούνιο του 2007, όταν είχε ήδη ξεκινήσειη αλιευτική piερίοδο.

最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:

警告:見えない HTML フォーマットが含まれています

英語

the budget is definitively approved.

ギリシア語

Ο προϋπολογισμός κηρύσσεται οριστικά εγκεκριμένος.

最終更新: 2012-02-28
使用頻度: 2
品質:

英語

(2) to end hostilities definitively;

ギリシア語

(2) Να παύσουν οριστικά οι εχθροπραξίες·

最終更新: 2017-04-26
使用頻度: 1
品質:

英語

definitively prohibited (annex ii), or

ギリシア語

είτε απαγορεύονται οριστικά (παράρτημα ΙΙ),

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

the decision has thus been definitively adopted.

ギリシア語

Η απόφαση έχει επομένως εκδοθεί επίσημα.

最終更新: 2017-04-26
使用頻度: 1
品質:

英語

stop all commercial farming activity definitively;

ギリシア語

να παύσει οριστικά να ασκεί οποιαδήποτε γεωργική δραστηριότητα για εμπορικούς σκοπούς·

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 5
品質:

英語

it was definitively awarded to albania in 1921.

ギリシア語

Αποδόθηκε τελικά στην Αλβανία το 1921.

最終更新: 2016-03-03
使用頻度: 1
品質:

英語

will the ecu definitively replace the national currency?

ギリシア語

to ecu θα αντικαταστήσει οριστικά το εθνικό νόμισμα;

最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:

英語

bulgaria definitively identified its afcos in early 2003.

ギリシア語

Η Βουλγαρία προέβη στον οριστικό προσδιορισμό της δικής της afcos στις αρχές του 2003.

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

production of the approved vehicle is definitively discontinued;

ギリシア語

όταν διακόπτεται οριστικά η παραγωγή του εγκεκριμένου οχήματος·

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

to farm workers who decide to stop all farm work definitively.

ギリシア語

στους γεωργικούς εργάτες οι οποίοι αποφασίζουν να παύσουν οριστικά οποιαδήποτε γεωργική εργασία.

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

everybody knows today that chernobyl must be definitively closed.

ギリシア語

Όλος ο κόσμος γνωρίζει σήμερα πως το Τσερνομπίλ πρέπει να κλείσει οριστικά.

最終更新: 2012-03-22
使用頻度: 5
品質:

英語

production of the approved vehicle is definitively discontinued voluntarily;

ギリシア語

όταν διακόπτεται οριστικά και εθελοντικά η παραγωγή του εγκεκριμένου οχήματος,

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 3
品質:

英語

— it is excluded definitively from fishing in community waters;

ギリシア語

— έχουν οριστικά αποκλεισθεί από την άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων στα ύδατα της Κοινότητας,

最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:

英語

a pilot phase seems necessary before definitively introducing this principle.

ギリシア語

Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να υπάρξει μια πειραματική φάση, πριν από την οριστική θέσπιση αυτής της αρχής.

最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:

英語

and we have distanced ourselves, perhaps definitively, from our christian tradition.

ギリシア語

Κατά τα άλλα, περιμένουμε με αγωνία τις προτάσεις της Επιτροπής.

最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:

人による翻訳を得て
7,750,048,246 より良い訳文を手にいれましょう

ユーザーが協力を求めています。



ユーザー体験を向上させるために Cookie を使用しています。弊社サイトを引き続きご利用いただくことで、Cookie の使用に同意していただくことになります。 詳細。 OK