プロの翻訳者、企業、ウェブページから自由に利用できる翻訳レポジトリまで。
loose
Χαλαρό
最終更新: 2011-10-23
使用頻度: 1
品質:
loose (plural)
λύομεν
最終更新: 2015-08-31
使用頻度: 1
品質:
参照:
c1 loose coarsegrained granular materials with low relative density values.
Χαλαοά χονδρόκοκκα υλικά μικρής σχετικής πυκνότητας
最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:
参照:
avoid covering the ks lesions treated with gel with any bandage or material other than loose clothing.
Αποφύγετε την επικάλυψη των βλαβών από ks, τις οποίες υποβάλλετε σε θεραπεία με τη γέλη, με οποιονδήποτε επίδεσμο ή άλλο υλικό εκτός από μη εφαρμοστά ρούχα.
it shall be of uniform age, composition, and wear and shall be free of loose material or foreign deposits.
Πρέπει να είναι σε ολόκληρη την επιφάνειά του ίδιας ηλικίας και σύνθεσης και να παρουσιάζει ομοιόμορφη φθορά, καθώς και να είναι απαλλαγμένος από χύδην υλικά ή αποθέσεις ξένων υλικών.
an automatic weighing instrument that determines the mass of pre-assembled discrete loads (for example prepackages) or single loads of loose material.
Αυτόματο όργανο ζύγισης που προσδιορίζει τη μάζα προδιαταγμένων χωριστών φορτίων (π.χ. προσυσκευασιών) ή μεμονωμένων φορτίων υλικού χύμα.
centrifuge at 500 g (2000 to 3000 rpm) for 10 minutes and decant the clear aqueous supernatant into a 150 to 200 ml beaker, taking care that no loose material on the bottom goes over.
Το διάλυμα φυγοκεντρείται επί 10 λεπτά στα 500 g (2000-3000 στροφές/λεπτό) και η υπερκείμενη υδατική στοιβάδα μεταγγίζεται σε ποτήριο ζέσεως των 150-200 ml. Λαμβάνεται μέριμνα ώστε να αποφευχθεί η απώλεια των αδιαλύτων μερών κατά τη μετάγγιση.