전문 번역가, 번역 회사, 웹 페이지 및 자유롭게 사용할 수 있는 번역 저장소 등을 활용합니다.
confounding factors included pre-existing liver disease or concomitant hepatotoxic medications (see section 4.4).
Έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια χρήσης του tarceva, συγχυτικοί παράγοντες συµπεριλαµβάνουν προϋπάρχουσα ηπατική νόσο ή ταυτόχρονες ηπατοτοξικές θεραπείες (βλέπε παράγραφο 4.4) .
the adjusted effectiveness represents the percent reduction in ipd in the synflorix vaccinated group compared to the unvaccinated group, controlling for confounding factors.
Η προσαρμοσμένη αποτελεσματικότητα αντιπροσωπεύει το ποσοστό μείωσης της ΔΠΝ στην ομάδα που εμβολιάσθηκε με synflorix σε σύγκριση με την ομάδα που δεν εμβολιάσθηκε, με έλεγχο ως προς τους παράγοντες σύγχυσης.
in these patients, confounding factors have included pre-existing liver disease and/or comorbidities associated with progression of underlying malignancy.
Σε αυτούς τους ασθενείς, άλλοι αιτιολογικοί παράγοντες αποτελούν η προϋπάρχουσα ηπατική νόσος και/ή συννοσηρότητες που σχετίζονται με εξέλιξη της υποκείμενης κακοήθειας.
the cpmp found that the known confounding factors have been corrected for in the analyses (e. g. parity, smoking, age etc) .
Η cpmp διαπίστωσε ότι οι γνωστοί παράγοντες σύγχυσης έχουν διορθωθεί στις αναλύσεις (π. χ. ικανότητα προς τεκνοποιία, κάπνισμα, ηλικία, κλπ) .
all studies used statistical methods to control for confounding factors, including preferential prescribing of varenicline to healthier patients, although there is the possibility of residual confounding.
Σε όλες τις μελέτες χρησιμοποιήθηκαν στατιστικές μέθοδοι για τον έλεγχο των παραγόντων σύγχυσης, συμπεριλαμβανομένης της προτιμητέας τάσης συνταγογράφησης βαρενικλίνης σε ασθενείς με καλύτερη υγεία, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει πιθανότητα συγχυτικής επίδρασης.
confounding or contributing factors such as concomitant or prior chemotherapy, prior radiotherapy, pre-existing parenchymal lung disease, metastatic lung disease, or pulmonary infections were frequent.
Ήταν συχνοί οι συγχυτικοί ή συνεργικοί παράγοντες όπως η ταυτόχρονη ή προηγούμενη χημειοθεραπεία, η προηγούμενη ακτινοθεραπεία, η προϋπάρχουσα παρεγχυματική πνευμονοπάθεια, η μεταστατική πνευμονοπάθεια ή οι πνευμονικές λοιμώξεις.
the majority of patients with heart failure had confounding factors at study entry, and the causality assessment of investigators for all deaths ascribed to heart failure was “ not related”.
Η πλειοψηφία των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια εμφάνισε παράγοντες σύγχυσης κατά την έναρξη της μελέτης και η αξιολόγηση της αιτιολογίας όλων των θανάτων που αποδόθηκαν σε καρδιακή ανεπάρκεια από τους ερευνητές ήταν « μη σχετιζόμενη ».
though dozens of shoe shoppers and shoe store workers were asked, no one was able to account for the confounding number of shoe stores.
Αν και ρωτήθηκαν δεκάδες καταστηματάρχες υποδημάτων και υπάλληλοι σχετικών καταστημάτων, δεν ήταν κανείς σε θέση να γνωρίζει τον ακριβή αριθμό καταστημάτων με υποδήματα.