전문 번역가, 번역 회사, 웹 페이지 및 자유롭게 사용할 수 있는 번역 저장소 등을 활용합니다.
there have been reports of impaired or delayed wound healing in patients receiving rapamune, including lymphocele and wound dehiscence.
Έχουν γίνει αναφορές για διαταραγμένη ή καθυστερημένη επούλωση τραύματος σε ασθενείς που λαμβάνουν rapamune, συμπεριλαμβανομένης λεμφοκήλης και διάνοιξης τραύματος.
treatment with zaltrap is associated with potential for compromised wound healing (wound dehiscence, anastomotic leakage).
Η θεραπεία με zaltrap σχετίζεται με τη δυνατότητα επιβάρυνσης της επούλωσης τραυμάτων (διάνοιξη του τραύματος, αναστομωτική διαρροή).
cases of bronchial anastomotic dehiscence, most fatal, have been reported in de novo lung transplant patients when sirolimus has been used as part of an immunosuppressive regimen.
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις βρογχικής αναστομωτικής διάνοιξης, οι περισσότερες θανατηφόρες, σε de novo ασθενείς με μεταμόσχευση πνευμόνων όταν το σιρόλιμους χρησιμοποιήθηκε ως μέρος του ανοσοκατασταλτικού σχήματος.
common: wound dehiscence, secretion, pseudarthrosis uncommon: product migration when mixed with synthetic bone void filler, seroma
Συχνές: διάνοιξη τραύματος, έκκριση, ερύθημα, ψευδάρθρωση Μη συχνές: μετατόπιση του προϊόντος κατά την ανάμιξή του με συνθετικό υλικό πλήρωσης οστικών κενών, ογκόμορφη συλλογή ορού των ιστών
potential for compromised wound healing (wound dehiscence, anastomotic leakage) has been reported with aflibercept (see section 4.8).
Έχει αναφερθεί ενδεχόμενη επιδείνωση της επούλωσης τραυμάτων (διάνοιξη τραύματος, διαρροή αναστόμωσης) με το aflibercept (βλέπε παράγραφο 4.8).
adverse events following such surgery and not specifically associated with the product may include wound infection, osteomyelitis, mechanical complications of mechanical support, hematoma, dehiscence, nausea, fever and pain.
Ανεπιθύµητες ενέργειες έπειτα από τέτοιου τύπου επεµβάσεις και όχι σχετιζόµενες ειδικά µε το προϊόν αυτό ενδέχεται να περιλαµβάνουν µόλυνση του τραύµατος, οστεοµυελίτιδα, µηχανικές επιπλοκές, αιµάτωµα, διάρρηξη, ναυτία, πυρετό και άλγος.
impaired healing following transplant surgery has been reported, including fascial dehiscence, incisional hernia, and anastomotic disruption (e. g. wound, vascular, airway, ureteral, biliary) .
Έχει αναφερθεί καθυστερημένη επούλωση μετά από μεταμόσχευση, συμπεριλαμβανομένης διάνοιξης περιτονίας, μετεγχειρητική κήλη, και ρήξης της αναστόμωσης (π. χ. σε τραύμα, αγγείο, αεραγωγό, ουρητήρα, χοληφόρα) .