A partir de tradutores profissionais, empresas, páginas da web e repositórios de traduções disponíveis gratuitamente
new generations of airports airside management tools will enable the optimisation of ground movements.
νέες γενεές εργαλείων διαχείρισης του ελεγχόμενου χώρου των αερολιμένων θα επιτρέψουν να βελτιστοποιηθούν οι κινήσεις των αεροσκαφών στο έδαφος.
the airport management shall issue passes for vehicles requiring to move between landside and airside.
Η διαχείριση του αερολιμένα εκδίδει άδειες εισόδου για τα οχήματα κινούνται μεταξύ χώρου ελιγμών και αστικής περιοχής.
access to airside shall be restricted in order to deter unauthorised persons and vehicles from entering these areas.
Η πρόσβαση στον ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα περιορίζεται, ώστε να αποτρέπεται η είσοδος μη εξουσιοδοτημένων ατόμων και οχημάτων στην περιοχή αυτή.
other vehicles requiring access to airside shall be admitted only after having been inspected and issued with a temporary pass.
Τα υπόλοιπα οχήματα που ζητούν πρόσβαση στο χώρο ελιγμών γίνονται δεκτά μόνον εφόσον υποβληθούν σε έλεγχο και εκδοθεί σχετική προσωρινή άδεια εισόδου.
persons and vehicles may only be granted access to airside and security restricted areas if they fulfil the required security conditions.
Η πρόσβαση ατόμων και οχημάτων στον ελεγχόμενο χώρο του αερολιμένα και στις ελεγχόμενες περιοχές ασφαλείας επιτρέπεται μόνον εφόσον πληρούν τους απαιτούμενους όρους ασφαλείας.
in order to clarify this, it would be better to add the term "airside" before "area".
Για διευκρινιστικούς λόγους, θα ήταν προτιμότερο να προστεθεί ο όρος "ελεγχόμενη" πριν τον όρο "περιοχή".
‘landside’ means those parts of an airport, adjacent terrain and buildings or portions thereof that are not airside;
‘χώρος ελεύθερης πρόσβασης αερολιμένα (landside)’, τα τμήματα ενός αερολιμένα, τα παρακείμενα γήπεδα και κτίρια, ή μέρη αυτών, που δεν συνιστούν ελεγχόμενο χώρο αερολιμένα·
‘airside’ means the movement area of an airport, adjacent terrain and buildings or portions thereof, access to which is restricted;
‘ελεγχόμενος χώρος αερολιμένα (airside)’, η περιοχή κίνησης αερολιμένα, τα παρακείμενα γήπεδα και κτίρια, ή μέρη αυτών, στα οποία η πρόσβαση είναι περιορισμένη·