Tentando aprender a traduzir a partir dos exemplos de tradução humana.
A partir de tradutores profissionais, empresas, páginas da web e repositórios de traduções disponíveis gratuitamente
previous fragility fracture
Πρωτοπαθής υπογοναδισμός
Última atualização: 2014-02-06
Frequência de uso: 2
Qualidade:
a number of studies have demonstrated that a history of fragility fracture is an important independent risk factor for further fracture.
Πρέπει όμως να αναγνωριστούν ορισμένοι περιορισμοί των απορροφησιομετρικών τεχνικών.
efficacy of osseor to reduce the risk of new vertebral fracture was confirmed in the tropos study, including for osteoporotic patients without fragility fracture at baseline.
Η αποτελεσματικότητα του osseor στη μείωση του κινδύνου για νέα σπονδυλικά κατάγματα επιβεβαιώθηκε με τη μελέτη tropos, συμπεριλαμβανομένων οστεοπορωτικών ασθενών χωρίς κατάγματα λόγω ευθραυστότητας κατά την ένταξη.
fragility fractures are the hallmark of osteoporosis and are particularly common in the spine, hip and forearm.
Τα αναίτια κατάγματα αποτελούν το κατ' εξοχήν χαρακτηριστικό της οστεοπόρωσης και είναι ιδιαίτερα συνήθη στη σπονδυλική στήλη, στο ισχίο και στο αντιβράχιο.
premature menopause primary or secondary amenonhoea primary or secondary hypogonadism in man previous fragility fracture glucocorticoid therapy maternal history of hip fracture low body weight cigarette smoking excessive alcohol consumption prolonged immobilisation low dietary calcium intake vitamin d deficiency
Πρόωρη εμμηνόπαυση Πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής αμηνόρροια Πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής υπογοναδισμός σε άνδρες Προηγούμενο αναίτιο κάταγμα Αγωγή με γλυκοκορτικοειδή Ιστορικό κατάγματος ισχίου από την πλευρά της μητέρας Χαμηλό σωματικό βάρος Κάπνισμα Υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος Παρατεταμένη ακινητοποίηση Χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου με τις τροφές Ανεπάρκεια βιταμίνης d
osteoporosis is defined as bone mineral density (bmd) of the spine or hip 2.5 standard deviations below the mean value of a normal young population or as a previous fragility fracture, irrespective of bone mineral density.
Η οστεοπόρωση ορίζεται ως η τυπική απόκλιση της οστικής πυκνότητας της σπονδυλικής στήλης ή του ισχίου κατά 2, 5 µονάδες χαµηλότερα από τη µέση τιµή οστικής πυκνότητας των φυσιολογικών νεαρών ενηλίκων, ή ως κάταγµα λόγω πρότερης ευθραυστότητας των οστών ανεξαρτήτως της οστικής πυκνότητας.
in an open-label study, 503 postmenopausal women with severe osteoporosis and a fragility fracture within the previous 3 years (83 % had received previous osteoporosis therapy) were treated with forsteo for up to 24 months.
Σε μία μελέτη ανοιχτού σχεδιασμού, 503 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με σοβαρή οστεοπόρωση και με κάταγμα ευθραστότητας εντός των τελευταίων 3 ετών (83 % είχαν λάβει παλαιότερα θεραπεία οστεοπόρωσης) έλαβαν θεραπεία με forsteo έως και 24 μήνες.
osteoporosis is defined as bone mineral density (bmd) of the spine or hip 2.5 standard deviations (sd) below the mean value of a normal young population or as a previous fragility fracture, irrespective of bmd.
Η οστεοπόρωση προσδιορίζεται ως οστική πυκνότητα (bmd) της σπονδυλικής στήλης ή του ισχίου κατά 2.5 μονάδες καθιερωμένης απόκλισης (sd) κάτω από το μέσο όρο φυσιολογικών νέων ατόμων ή ως ένα προηγούμενο κάταγμα ευπάθειας, ανεξάρτητα από την bmd.