Обучается переводу с помощью примеров, переведенных людьми.
Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
some pieces were accidentally chipped away by the landowner and the upper parts of some runes were lost.
some pieces were accidentally chipped away by the landowner and the upper parts of some runes were lost.
even golf courses, producers of chipped potatoes and slaughterhouses are now eligible for exemption.
Ακόμη και εγκαταστάσεις Γκολφ, κατασκευαστές τηγανητών πατατών ή και σφαγεία επωφελούνται εντωμεταξύ από αυτήν την απαλλαγή.
i would like to thank the rapporteur, who really has chipped away tirelessly at this monumental task, in conjunction with the commissioner of course.
Θέλω να ευχαριστήσω τον εισηγητή που πραγματικά εργάστηκε ακούραστα για την επεξεργασία αυτού του πραγματικά δύσκολου ζητήματος σε συνεργασία φυσικά με την κυρία Επίτροπο.
to those who do not think i have been sufficiently tough in my demands and that i have chipped away at the level of ambition i will say: in substance, i am with you.
Για όσους νομίζουν πως δεν υπήρξα αρκετά σκληρός στις απαιτήσεις μου και ότι μείωσα το επίπεδο της φιλοδοξίας, θα πω: ουσιαστικά, συμφωνώ μαζί σας.
wood sawn or chipped lengthwise, sliced or peeled, of a thickness exceeding 6 mm, planed, sanded or end-jointed
Ξυλεία πριονισμένη ή πελεκημένη κατά μήκος, κομμένη εγκάρσια ή ξετυλιγμένη, πάχους που υπερβαίνει τα 6 mm, πλανισμένη, λειασμένη με ελαφρόπετρα ή κολλημένη με εγκάρσια συνένωση
wood sawn or chipped lengthwise, sliced or peeled, of a thickness exceeding 6 mm, planed, sanded or end-jointed
Ξυλεία πριονισμένη ή πελεκημένη κατά μήκος, κομμένη εγκάρσια ή ξετυλιγμένη, έστω και πλανισμένη, λειασμένη με ελαφρόπετρα ή κολλημένη με δακτυλικό αρμό, πάχους που υπερβαίνει τα 6 mm
coniferous wood; sawn or chipped lengthwise, sliced or peeled, of a thickness > 6 mm, end-jointed, sanded or planed
Ξυλεία κωνοφόρων· πριονισμένη ή πελεκημένη κατά μήκος· τεμαχισμένη ή αποφλοιωμένη· πάχους > 6 mm, κολλημένη με δακτυλικό αρμό, λειασμένη ή πλανισμένη
products of tuber vegetables (flours, meals, flakes, purees, chips and crisps) including frozen preparations such as chipped potatoes.
προϊόντα κονδυλωδών λαχανικών (άλευρα, γεύματα, νιφάδες, πουρέδες, τσιπς κάθε είδους), συμπεριλαμβανομένων των κατεψυγμένων παρασκευασμάτων όπως οι αποφλοιωμένες και λεπτοκομμένες πατάτες.