Обучается переводу с помощью примеров, переведенных людьми.
Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
an invaluable asset
Μία ανεκτίμητη αξία
Последнее обновление: 2014-02-06
Частота использования: 2
Качество:
it was truly invaluable.
Ήταν πράγματι ανεκτίμητo.
Последнее обновление: 2013-02-05
Частота использования: 1
Качество:
the work you have done has been invaluable.
Έχετε κάνει υπέροχη δουλειά.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 3
Качество:
this is invaluable to our long term relationship.
Για τις μακροπρόθεσμες σχέσεις μας, αυτό θα έχει ανεκτίμητη αξία.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
invaluable for terminologists and translators. lators.
Απαραίτητο για όσους ασχολούνται με την ορολογία και για τους μεταφραστές
Последнее обновление: 2014-02-06
Частота использования: 2
Качество:
consumer taxes are invaluable in this respect.
σμένες δεσπόζουσες πολιτικο-οικονομικές απόψεις.
Последнее обновление: 2014-02-06
Частота использования: 2
Качество:
the eu must not do him an invaluable pr service.
Η Ευρώπη δεν πρέπει να του προσφέρει τα περιθώρια για τη δημιουργία κλίματος ριζοσπαστισμού, του οποίου το κόστος είναι τεράστιο.
Последнее обновление: 2012-02-28
Частота использования: 3
Качество:
water is a vulnerable and invaluable natural resource.
Το νερό είναι ένας εύθραυστος φυσικός πόρος με ανεκτίμητη σημασία.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
to this end, we have an invaluable asset: growth.
Προς το σκοπό αυτό, διαθέτουμε ένα πλεονέκτημα: την ανάπτυξη.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
they really have provided us all with an invaluable service.
Πρόσφεραν πραγματικά σε όλους μας πολύτιμες υπηρεσίες.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 3
Качество:
3.1 volunteering makes an invaluable contribution to society.
3.1 Η αξία του εθελοντισμού για την κοινωνία είναι ανεκτίμητη.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
her dutch "agent" proved invaluable in solving them.
Ο ολλανδός «πράκτορας» όμως αποδείχθηκε πολύτιμος για την επίλυση των προβλημάτων αυτών.
Последнее обновление: 2014-02-06
Частота использования: 2
Качество:
Предупреждение: Содержит скрытое HTML-форматирование
we would like to thank the rapporteur for her invaluable report.
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε την εισηγήτρια για μία σημαντική έκθεση.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
2.1 voluntary activity makes an invaluable contribution to society.
2.1 Η αξία του εθελοντισμού για την κοινωνία είναι ανεκτίμητη.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
the report provides invaluable evidence and data for policy-makers.
Η έκθεση παρέχει πολύτιμα τεκμήρια και στοιχεία για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής.
Последнее обновление: 2017-04-26
Частота использования: 1
Качество:
the programme has been particularly invaluable for member states with small populations.
Το εν λόγω πρόγραμμα έχει υπάρξει πολύτιμο ειδικά για τα μικρά κράτη μέλη.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
invaluable member - help with code cleanup, porting to kdevelop and kde4, etc.
Πολύτιμο μέλος - βοήθησε στο καθάρισμα του κώδικα, στη μεταφορά στο kdevelop και kde4, κτλ.
Последнее обновление: 2011-10-23
Частота использования: 1
Качество:
in this respect, public sector information constitutes an invaluable asset for the citizen.
Από την άποψη αυτή, οι πληροφορίες του δημόσιου τομέα συνιστούν κεφάλαιο ανεκτίμητης αξίας για τους πολίτες.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
they can also provide an invaluable link between policy makers and europe's citizens.
Μπορούν επίσης να εξασφαλίσουν πολύτιμη επαφή μεταξύ των υπεύθυνων για τη χάραξη των πολιτικών και των πολιτών της Ευρώπης.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество: