Обучается переводу с помощью примеров, переведенных людьми.
adskilt
От: Машинный перевод Предложите лучший перевод Качество:
Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
Добавить перевод
adskilt kode
διακριτός κώδικας
Последнее обновление: 2014-11-14 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
adskilt bagfjerding
χωρισμένο πισινό τέταρτο
Последнее обновление: 2014-11-15 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
adskilt fra syrer
μακρυά από οξέα
adskilt fra opholdsafdelingen.
απομονωμένες από τους χώρους διαμονής.
Последнее обновление: 2014-11-09 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
delvis adskilt kloak
μερικώς χωριστό σύστημα αποχέτευσης
adskilt spektrum-komponent
διακριτή φασματική συνιστώσα
adskilt karkasse (separation)
ρήξη του σκελετού·
Последнее обновление: 2014-11-05 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
elektrisk og fysisk adskilt
χωρισμένα από ηλεκτρικής απόψεως και από απόψεως χώρου
adskilt fra stærke oxidationsmidler.
Μακριά από ισχυρά οξειδωτικά.
Последнее обновление: 2014-02-06 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
det bør være adskilt, objektivt.
Η αξιολόγηση πρέπει να είναι αντικειμενική.
Последнее обновление: 2012-03-21 Частота использования: 2 Качество: Источник: IATE
køretøj i helt adskilt stand
όχημα σε αμιγώς μη συναρμολογημένη μορφή
det skal foregå skarpt adskilt.
Αυτό πρέπει να πραγματοποιείται αυστηρώς χωριστά.
ingen adskilt linje til appendiksnavn
Χωρίς ξεχωριστή γραμμή για το όνομα παραρτήματος
Последнее обновление: 2011-10-23 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
vare,der foreligger i adskilt stand
είδος που παρουσιάζεται αποσυναρμολογημένο
adskilt fra alkalimetaller, stærke oxidationsmidler.
Μακριά από αλκαλιμέταλλα, ισχυρά οξειδωτικά.
ultralydapparatur med adskilt sender og modtager
σύστημα διπλής κεφαλής
adskilt fra brandbare og reducerende stoffer.
Μακριά από καύσιμες και αναγωγικές ουσίες.
delte indløb adskilt af formens skilleflade
πύλη διαχωρισμένης τροφοδοσίας
opbevaring — brandsikkert — adskilt fra — betingelser
— Μακριά από — Συνθήκες — Διάφορα
varer i adskilt eller ikke samlet stand
είδη που εισάγονται κακώς συναρμολογημένα ή ασυναρμολόγητα