您搜索了: fixé (法语 - 希腊语)

人工翻译

来自专业的译者、企业、网页和免费的翻译库。

添加一条翻译

法语

希腊语

信息

法语

fixé

希腊语

ρυθμισμένος

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

espacement fixé

希腊语

προδιαγραμμένη απόσταση γραμμάτων

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

dÉlai fixÉ +

希腊语

Α Θ Ο Ρ Ι Σ ΜΕ Ν Η

最后更新: 2014-02-06
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

état binaire fixé

希腊语

καθορισμένη δυαδική κατάσταση

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

flasque mal fixé.

希腊语

Επισφαλής στερέωση της πλάκας στήριξης.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

pli fixé à chaud

希腊语

πιέτα σταθερή φτιαγμένη με θερμότητα

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

fixé dans le véhicule,

希腊语

στερεωμένο μέσα στο όχημα,

最后更新: 2014-11-17
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

fixé dans le véhicule;

希腊语

Στερεωμένο μέσα στο όχημα·

最后更新: 2014-11-04
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

ventilateur fixé au plafond

希腊语

ανεμιστήρας οροφής

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

un correctif peut être fixé.

希腊语

Μπορεί να καθοριστεί διαρθρωτικό στοιχείο.

最后更新: 2014-11-11
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

ce siège doit être fixé:

希腊语

Ως έδρα πρέπει να ορίζεται:

最后更新: 2008-03-04
使用频率: 1
质量:

参考: 匿名

法语

maître-cylindre mal fixé.

希腊语

Επισφαλής κεντρικός κύλινδρος.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: 匿名

法语

taux de change irrévocablement fixé

希腊语

αμετάκλητα καθορισμένη ισοτιμία

最后更新: 2014-11-14
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

châssis ou cabine mal fixé.

希腊语

Επισφαλές αμάξωμα ή θάλαμος οδηγού.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

c: délai fixé par accord

希腊语

Γ: Προθεσμία που ορίζεται κατόπιν συμφωνίας

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

toutefois, le plafond est fixé:

希腊语

Εντούτοις, το ανώτατο αυτό όριο ανέρχεται σε:

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 4
质量:

参考: IATE

法语

robinet mal fixé ou mal monté.

希腊语

Βαλβίδα επισφαλής ή ανεπαρκώς στερεωμένη.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

prix fixé forfaitairement à l'avance

希腊语

προκαθορισμένη κατ'αποκοπή τιμή

最后更新: 2014-11-15
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

manquant, mal fixé ou gravement rouillé

希腊语

Λείπουν, χαλαροί ή σοβαρά διαβρωμένοι.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

法语

manquant, mal fixé ou gravement rouillé.

希腊语

Λείπουν, χαλαρωμένοι ή σοβαρά διαβρωμένοι.

最后更新: 2017-04-07
使用频率: 1
质量:

参考: IATE

获取更好的翻译,从
7,788,065,192 条人工翻译中汲取

用户现在正在寻求帮助:



Cookie 讓我們提供服務。利用此服務即表示你同意我們使用Cookie。 更多資訊。 確認