From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
other rotogravure, flexography, rotary screen printing, laminating or varnishing units (> 15)
Άλλες διεργασίες μονάδες βαθυτυπίας, φλεξογραφίας, περιστροφικής μεταξοτυπίας, πολύστρωσης ή βερνικώματος βερνίκωμα (> 15)
varnishing - an activity by which a varnish or an adhesive coating for the purpose of later sealing the packaging material is applied to a flexible material.
βερνίκωμα: δραστηριότητα κατά την οποία εφαρμόζεται σε ένα εύκαμπτο υλικό βερνίκι ή συγκολλητική επίστρωση συγκολλητικό επίχρισμα για τη μεταγενέστερη σφράγιση του υλικού συσκευασίας .
varnishing: an activity by which a varnish or an adhesive coating is applied to a flexible material for the purpose of later sealing the packaging material;
βερνίκωμα: δραστηριότητα κατά την οποία εφαρμόζεται βερνίκι ή συγκολλητική επίστρωση σε εύκαμπτο υλικό για τη μεταγενέστερη σφράγιση του υλικού συσκευασίας·
rotogravure printing; flexography printing; laminating as part of a printing activity; varnishing as part of a printing activity; wood coating; coating of textiles, fabric film or paper; adhesive coating
Εκδοτική βαθυτυπία (ιλουστρασιόν), φλεξογραφία, πολύστρωση συνδεόμενη με δραστηριότητα εκτύπωσης, βερνίκωμα συνδεδεμένο συνδεόμενο με δραστηριότητα εκτύπωσης, επίχριση ξύλου, επίχριση υφάνσιμων υλών, υφασμάτων, μεμβρανών ή χαρτιού, επίχριση με συγκολλητικές ύλες