Von professionellen Übersetzern, Unternehmen, Websites und kostenlos verfügbaren Übersetzungsdatenbanken.
the mah should check regarding the possible confounding layouts with other pandemic vaccine supplied in eu.
Ο ΚΑΚ θα πρέπει να ελέγχει για πιθανές ανακολουθίες με άλλα πανδημικά εμβόλια τα οποία παρέχονται στην ΕΕ.
however, the majority of these hypotensive events were reported in patients who had confounding severe infections.
Ωστόσο, η πλειονότητα αυτών των υποτασικών συμβάντων αναφέρθηκαν σε ασθενείς οι οποίοι είχαν βαριές συγχητικές λοιμώξεις.
though dozens of shoe shoppers and shoe store workers were asked, no one was able to account for the confounding number of shoe stores.
Αν και ρωτήθηκαν δεκάδες καταστηματάρχες υποδημάτων και υπάλληλοι σχετικών καταστημάτων, δεν ήταν κανείς σε θέση να γνωρίζει τον ακριβή αριθμό καταστημάτων με υποδήματα.
many patients had confounding medical conditions, some of which required therapy with medicinal products that have been associated with development of diabetes or hyperglycaemia.
Πολλοί ασθενείς έπασχαν από νοσήματα που δημιουργούσαν σύγχυση στους γιατρούς, μερικά από τα οποία απαιτούσαν θεραπεία με φάρμακα που έχουν συσχετιστεί με την ανάπτυξη διαβήτη ή υπεργλυκαιμίας.
because these reports are from a population of uncertain size and are subject to confounding factors, it is difficult to assess causality and to estimate event incidence rates.
Υπόταση που οδήγησε σε συγκοπή ή κυκλοφορική κατέρειψη, κυρίως σε ασθενείς με υποκείμενους παράγοντες κινδύνου, κολπική μαρμαρυγή, υπνηλία, βρογχόσπασμος, αναφυλακτική αντίδραση / σοκ, και κνίδωση.
all studies used statistical methods to control for confounding factors, including preferential prescribing of varenicline to healthier patients, although there is the possibility of residual confounding.
Σε όλες τις μελέτες χρησιμοποιήθηκαν στατιστικές μέθοδοι για τον έλεγχο των παραγόντων σύγχυσης, συμπεριλαμβανομένης της προτιμητέας τάσης συνταγογράφησης βαρενικλίνης σε ασθενείς με καλύτερη υγεία, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει πιθανότητα συγχυτικής επίδρασης.
confounding factors have included pre-existing liver disease or concomitant hepatotoxic medications (see section 4.4).
Συγχυτικοί παράγοντες συμπεριλαμβάνουν προϋπάρχουσα ηπατική νόσο ή ταυτόχρονες ηπατοτοξικές θεραπείες (βλέπε παράγραφο 4. 4)
however, cross-sectional studies may be biased by a number of confounding factors and prospective data are necessary to demonstrate definitively the effects of physical activity on bone mineral density.
Πολλά από τα φάρμακα που χρησιμοποιούν συνήθως οι ηλικιωμένοι έχουν παρενέργειες που προδιαθέτουν στις πτώσεις.
an analysis of 22 cases of erythema multiforme reported as serious adverse events for alogliptin containing medicinal products indicated that a relationship between the event and alogliptin seems likely since there were 7 serious cases without confounding factors, and 16 of the 22 serious cases reported a positive dechallenge.
Ανάλυση 22 περιστατικών πολύμορφου ερυθήματος που αναφέρθηκαν ως σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες για τα φαρμακευτικά προϊόντα που περιέχουν αλογλιπτίνη έδειξε ότι η συσχέτιση μεταξύ της ανεπιθύμητης ενέργειας και της αλογλιπτίνης φαίνεται πιθανή επειδή υπήρξαν 7 σοβαρά περιστατικά χωρίς συνεπιδρώντες παράγοντες και 16 από τα 22 σοβαρά περιστατικά ανέφεραν εξάλειψη της ανεπιθύμητης ενέργειας με τη διακοπή του φαρμάκου.
confounding or contributing factors such as concomitant or prior chemotherapy, prior radiotherapy, pre-existing parenchymal lung disease, metastatic lung disease, or pulmonary infections were frequent.
Ήταν συχνοί οι συγχυτικοί ή συνεργικοί παράγοντες όπως η ταυτόχρονη ή προηγούμενη χημειοθεραπεία, η προηγούμενη ακτινοθεραπεία, η προϋπάρχουσα παρεγχυματική πνευμονοπάθεια, η μεταστατική πνευμονοπάθεια ή οι πνευμονικές λοιμώξεις.