Von professionellen Übersetzern, Unternehmen, Websites und kostenlos verfügbaren Übersetzungsdatenbanken.
intermittently
εσεσθαι
Letzte Aktualisierung: 2019-02-06
Nutzungshäufigkeit: 1
Qualität:
Referenz:
an employed person, other than a frontier worker, who is partially, intermittently or
1408/71, του Συμβουλίου, και τον καθορισμό των ποσών που αποδίδονται δυνάμει των άρθρων 93, 94 και 95 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.
in some countries the biomass contribution grew comparably but intermittently, and in others it stayed small.
Σε ορισμένες χώρες το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα αυξήθηκε ανάλογα αλλά όχι σταθερά, και σε άλλες παρέμεινε χαμηλό.
the european union has spent enormous sums of money intermittently here without having played any substantial political role.
Η Ευρωπαϊκή' Ενωση ξόδεψε τεράστια ποσά εδώ κατά καιρούς χωρίς να έχει παίξει ουσιαστικό πολιτικό ρόλο.
since the regulations are currently being applied only intermittently, it is good that they are being incorporated into community legislation.
Όπως τα περισσότερα θέματα που αφορούν την ασφάλεια της θάλασσας, έτσι και οι πράξεις που υπογράφονται στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού είναι προαιρετικές.
in this study, ibandronic acid was evaluated at oral doses of 2.5 mg daily and 20 mg intermittently as an exploratory regimen.
Στη μελέτη αυτή, το ιβανδρονικό οξύ αξιολογήθηκε με από στόματος δόσεις 2,5 mg ημερησίως και 20 mg σε διαλείπουσα χορήγηση ως διερευνούμενο δοσολογικό σχήμα.
these side effects tend to start early during treatment, usually in the first month, and may continue intermittently throughout treatment.
Οι εν λόγω ανεπιθύμητες ενέργειες τείνουν να ξεκινούν στα αρχικά στάδια της θεραπείας, συνήθως κατά τον πρώτο μήνα, και είναι δυνατόν να συνεχίσουν να εμφανίζονται κατά διαστήματα καθόλη τη διάρκεια της θεραπείας.
workers who have jobs but receive low rates of pay because they are poorly qualified, are obliged to work part-time or work intermittently;
εργαζόμενοι οι οποίοι έχουν χαμηλές αποδοχές, λόγω ανεπαρκών προσόντων, εργασίας με μειωμένο ωράριο το οποίο δεν επέλεξαν, περιστασιακής απασχόλησης...
esmya was also shown to be effective at reducing bleeding and fibroid size when used intermittently for longer periods (up to 4 treatment courses).
Το esmya αποδείχθηκε επίσης αποτελεσματικό στη μείωση της αιμορραγίας και του μεγέθους των ινομυωμάτων όταν χορηγήθηκε κατά διαστήματα για μεγαλύτερες περιόδους (έως 4 κύκλους θεραπείας).
around 860 million people in the world are chronically hungry due to extreme poverty, while up to 2 billion people lack food security intermittently due to varying degrees of poverty.
Περίπου 860 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μαστίζονται από χρόνια πείνα λόγω της έσχατης φτώχειας τους, ενώ μέχρι 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι γνωρίζουν κατά διαστήματα περιόδους όπου η επισιτιστική τους ασφάλεια δεν είναι εγγυημένη λόγω διάφορων μορφών φτώχειας.
plerixafor inhibited tumour growth in in vivo models of non-hodgkin’s lymphoma, glioblastoma, medulloblastoma, and acute lymphoblastic leukaemia when dosed intermittently.
Η πλεριξαφόρη, όταν χορηγούνταν σε διαλείπουσες δόσεις, ανέστειλε την ανάπτυξη όγκων σε in vivo μοντέλα μη hodgkin λεμφώματος, γλοιοβλαστώματος, μυελοβλαστώματος και οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας.
gastrointestinal events, mainly diarrhoea, have been observed in more than 80% of patients, either at the outset of treatment or intermittently during treatment (see section 4.8).
Παρατηρήθηκαν συμβάματα από το γαστρεντερικό, κυρίως διάρροια, σε περισσότερο από 80% των ασθενών, είτε κατά την έναρξη της θεραπείας είτε περιοδικά κατά τη διάρκεια αυτής (βλ. παράγραφο 4.8).