Trying to learn how to translate from the human translation examples.
From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
to perform one long-term safety study where mecasermin treatment is initiated in early phase of childhood and continued to adulthood in order to investigate:
Η διεξαγωγή μακροπρόθεσμης μελέτης ασφάλειας όπου η θεραπεία με μεκασερμίνη αρχίζει στην πρώιμη φάση της παιδικής ηλικίας και συνεχίζει στην ενηληκίωση προκειμένου να ερευνηθούν:
innovation and growth will be weak without a broad foundation of knowledge, skills and competences which promotes talent and creativity from an early age and is updated throughout adulthood.
Η καινοτομία και η ανάπτυξη δεν θα έχουν ισχύ χωρίς μια ευρεία θεμελίωση με βάση τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες, οι οποίες προάγουν τα ταλέντα και τη δημιουργικότητα από τη νεαρή ηλικία και επικαιροποιούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός ενηλίκου.
6.2.3 in developed societies, women who were overweight in late adolescence and early adulthood are more likely to have lower family incomes and lower rates of marriage.
6.2.3 Στις αναπτυγμένες κοινωνίες, οι γυναίκες που ήταν υπέρβαρες στο τέλος της εφηβείας και στις αρχές της ενήλικης ζωής έχουν περισσότερες πιθανότητες να έχουν χαμηλότερα οικογενειακά εισοδήματα και χαμηλότερα ποσοστά γάμου.
already had growth hormone deficiency when they were children or do not have enough growth hormone during adulthood.
είχαν ήδη έλλειψη αυξητικής ορμόνης όταν ήταν παιδιά ή δεν έχουν αρκετή αυξητική ορμόνη στην ώριμη ηλικία.
from birth to adulthood, children have very different needs at different developmental stages of their lives.
Από τη γέννηση μέχρι την ενηλικίωσή τους, τα παιδιά έχουν πολύ διαφορετικές ανάγκες στα διαφορετικά στάδια ανάπτυξής τους.
transitions from child to adulthood have become more complex and individualised, a trend that has risen sharply since 2008.
Η μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση έχει γίνει πιο περίπλοκη και εξατομικευμένη, τάση που έχει αυξηθεί κατακόρυφα από το 2008.
as childhood obesity is also strongly linked to obesity in adulthood, the best time to address the problem is early in life.
Καθώς η παιδική παχυσαρκία συνδέεται επίσης σε μεγάλο βαθμό με την παχυσαρκία κατά την ενήλικη ζωή, η καλύτερη στιγμή για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι κατά την παιδική ηλικία.
the council conclusions of 22 may 2008 on adult learning10 recognise the role of adult learning in addressing early school leaving by offering a second chance to those who reach adulthood without a qualification, focusing especially on basic skills, it skills and language learning.
Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2008, σχετικά με τη μάθηση των ενηλίκων10, αναγνωρίζουν τον ρόλο που έχει η μάθηση των ενηλίκων στην αντιμετώπιση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου καθώς παρέχει μια δεύτερη ευκαιρία στους ενήλικες χωρίς τίτλο σπουδών, δίνοντας έμφαση κυρίως στις βασικές δεξιότητες, στις δεξιότητες ΤΠ και στην εκμάθηση γλωσσών.
— less than 35 % of the population aged 25 to 64 have completed upper-secondary level education. early school-leaving is widespread and participation in education and training during adulthood is particularly low.
— λιγότερο από το 35 % του πληθυσμού ηλικίας 25-64 ετών έχουν ολοκληροχϊα το ανώτερο επίπε«^ο της δευτεροβίιθμιας εκπαίδευσης, η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου είναι διαδεδομένη και η συμμετοχή των ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι πολύ χαμηλή.
physical activity has important effects on bone growth and architecture during childhood and adolescence and there is some evidence that higher levels of weightbearing physical activity in childhood and early adulthood are associated with greater bone mass (slemenda et al, 1994; välimäki et al, 1994).
Η άσκηση έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη και στην αρχιτεκτονική των οστών κατά την παιδική ηλικία και υπάρχουν ενδείξεις ότι τα υψηλότερα επίπεδα άσκησης με βάρη στην παιδική ηλικία και στην εφηβεία συνδέονται με μεγαλύτερη οστική μάζα (slemenda et al, 1994; vôlimôki et al, 1994).