From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
which contain volatile components which are flammable in air and liable to form flammable or explosive vapour/air mixture.
τα οποία περιέχουν πτητικά συστατικά αναφλέξιμα στον αέρα, που ενδέχεται να σχηματίζουν εύφλεκτα ή εκρηκτικά μείγματα ατμών/αέρα.
(bb) which contain volatile components which are flammable in air and liable to form flammable or explosive vapour/air mixture.
τα οποία περιέχουν πτητικά συστατικά αναφλέξιμα στον αέρα, που ενδέχεται να σχηματίζουν εύφλεκτα ή εκρηκτικά μείγματα ατμών/αέρα.
in the short run, inflation rates are likely to remain above 2%, with the precise levels depending largely on developments in the more volatile components of the index.
Βραχυπρόθεσμα, οι ρυθμοί πληθωρισμού είναι πιθανόν να παραμείνουν πάνω από το 2%, ενώ τα ακριßή τους επίπεδα θα εξαρτηθούν σε μεγάλο ßαθμό από την εξέλιξη των πιο ευμετάßλητων συνιστωσών του δείκτη.
hicp inflation accelerated slightly to 3.6% on average in 2001, reflecting not only the adverse behaviour of the most volatile components, but also an increase in core inflation.
Ο πληθωρισμός, βάσει του ΕΔΤΚ, αυξήθηκε ελαφρά, φθάνοντας το 3,6% κατά μέσο όρο το 2001, επηρεασμένος όχι μόνο από την αρνητική εξέλιξη των πιο ευμετάβλητων συνιστωσών του, αλλά και από την άνοδο του διαρθρωτικού πληθωρισμού.
for example, most ( 90 %) of the volatile components detected in meat are also present in food preserved by other processes (e.g. heat).
Ουσιαστική σημασία για τη διατήρηση των επιθυμητών ιδιοτήτων των ακτινοβολημένων τροφίμων έχει η συμμόρφωση με την ορθή πρακτική παραγωγής, στην οποία συμπεριλαμβάνονται η κατάλληλη συσκευασία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αποθήκευση σε ψύξη.
a few plants produce resins with different compositions, most notably jeffrey pine and gray pine, the volatile components of which are largely pure "n"-heptane with little or no terpenes.
Μερικά φυτά παράγουν ρητίνες με διαφορετικές συστάσεις, κυρίως το πεύκο Τζέφρεϊ (jeffrey pine) και το γκρίζο πεύκο, τα πτητικά συστατικά των οποίων είναι σε μεγάλο ποσοστό καθαρό n-επτάνιο με λίγο ή καθόλου τερπένια.
the contribution of the other typically volatile component of inflation, unprocessed food prices, to the overall inflation rate also increased in 2007, following an acceleration in this component in 2006.
Οι τιμές του κρέατος, οι οποίες αυξάνονταν σταθερά το 2006, συνέχισαν να καταγράφουν ιδιαίτερα υψηλούς ετήσιους ρυθμούς αύξησης το 2007.
==history==propane was first identified as a volatile component in gasoline by walter o. snelling of the u.s. bureau of mines in 1910.
Γουάλτερ Ο. Σνέλλινγκ ("walter o. snelling") της Υπηρεσίας Ορυχείων των ΗΠΑ (u.s. bureau of mines) το 1910.
toys which, for reasons essential to their functioning, contain dangerous substances or preparations as defined in council directive 67/548/eec, in particular materials and equipment for chemistry experiments, model assembly, plastic or ceramic moulding, enamelling, photography or similar activities, must not contain, as such, substances or preparations which may become flammable due to the loss of non-flammable volatile components.
Τα παιχνίδια τα οποία, για λόγους απαραίτητους για τη λειτουργία τους, περιέχουν επικίνδυνες ουσίες ή παρασκευάσματα, όπως ορίζονται στην οδηγία 67/548/ΕΟΚ, και ιδίως υλικά και εξοπλισμό για χημικά πειράματα, συναρμολόγηση μοντέλων, χύτευση πλαστικών ή κεραμικών υλών, επισμάλτωση, φωτογραφία ή ανάλογες δραστηριότητες δεν πρέπει να περιέχουν αυτούσιες ουσίες ή παρασκευάσματα που μπορούν να καταστούν εύφλεκτα λόγω της εξάτμισης μη εύφλεκτων πτητικών συστατικών.