From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
nonexistent
Δεν υπάρχει.
Last Update: 2011-10-23
Usage Frequency: 1
Quality:
inquiries later determined that the address listed for one of the companies involved was nonexistent.
Έρευνες που διεξήχθησαν εκ των υστέρων αποφάνθηκαν ότι η διεύθυνση μιας εκ των επιχειρήσεων που συμμετείχαν ήταν ανύπαρκτη.
we spoke about fundamental rights, but the sanctions planned for applying fundamental rights are nonexistent.
Μιλήσαμε για θεμελιώδη δικαιώματα, αλλά οι κυρώσεις που προβλέπονται για να εφαρμοσθούν τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι ανύπαρκτες.
however, the threat posed by hysteria about a so far nonexistent virus is at least of the same magnitude.
Ωστόσο, ο κίνδυνος που δημιουργείται από την υστερία για έναν μέχρι στιγμής ανύπαρκτο ιό είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντικός.
for too long, it was practically nonexistent and europe has looked like a political dwarf in the international arena by adopting minimalist positions.
Επί πολύ καιρό ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και η Ευρώπη εμφανιζόταν σαν ένας πολιτικός « νάνος » στη διεθνή σκηνή υιοθετώντας μινιμαλιστικές θέσεις.
where import protection still exists, it often involves products in which lldc trade with the community is very low, or nonexistent.
Ωστόσο, τα προϊόντα για τα οποία υφίσταται ακόμη προστασία κατά την εισαγωγή είναι συχνά εκείνα που αποτελούν αντικείμενο ελάχιστων ή και μηδενικών εμπορικών συναλλαγών με τις ΛΑΧ.