From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
the electron volt is the kinetic energy acquired by an electron in passing through a potential difference of 1 volt in vacuum
Το ηλεκτρονιοβόλτ είναι η κινητική ενέργεια που αποκτάται από ένα ηλεκτρόνιο όταν κινείται εντός διαφοράς δυναμικού 1 volt στο κενό
the operation of any electrical equipment emitting ionizing radiation and containing components operating at a potential difference of more than 5 kv;
στη χρησιμοποίηση κάθε ηλεκτρονικού εξοπλισμού που εκπέμπει ιονίζουσες ακτινοβολίες και περιέχει εξαρτήματα που λειτουργούν σε διαφορά δυναμικού μεγαλύτερη από 5kv
this potential difference is sufficiently small to draw an overall conclusion of non-inferiority of abacavir once daily over abacavir twice daily.
Αυτή η δυνητική διαφορά είναι αρκετά μικρή για να εξαχθεί ένα ολικό συμπέρασμα ότι η αβακαβίρη μία φορά την ημέρα δεν είναι κατώτερη έναντι της αβακαβίρης δύο φορές την ημέρα.
-it is unlikely that the potential differences observed between the reference product and the
-ότι είναι απίθανο οι δυνητικές διαφορές που παρατηρήθηκαν μεταξύ του προϊόντος αναφοράς
there are insufficient data to evaluate potential differences in the pharmacokinetics of bexarotene for other races.
Υπάρχουν ανεπαρκή δεδομένα για να αξιολογηθούν οι πιθανές διαφορές στη φαρμακοκινητική του βηξαροτενίου για άλλες φυλές.
so there are undoubtedly differences of potential, differences of opportunity in a rich country like the federal republic too.
Το πρόβλημα αυτό αφορά επίσης της χήρες, και τον όλο και αυξανόμενο αριθμό των διαζευγμένων γυναικών.
(ww) the manufacture and operation of electrical equipment emitting ionising radiation and operating at a potential difference of more than 30 kv, as well as the import or export of such equipment;
την κατασκευή και λειτουργία ηλεκτρικού εξοπλισμού που εκπέμπει ιονίζουσα ακτινοβολία και λειτουργεί με διαφορά δυναμικού άνω των 30 kv, καθώς και την εισαγωγή ή εξαγωγή του εν λόγω εξοπλισμού·
this could arise due to different degrees of risk assessment being carried out in member states combined with potential differences in interpretation of such assessments.
Αυτό θα μπορούσε να προκύψει λόγω των διαφορετικών αξιολογήσεων κινδύνου που θα εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη, σε συνδυασμό με ενδεχόμενες διαφορές στην ερμηνεία παρόμοιων αξιολογήσεων.
by eliminating any potential differences and distortions, a common approach would also improve the prospects for effective cross-border cooperation.
Με την εξάλειψη των ενδεχόμενων διαφορών και στρεβλώσεων, η κοινή προσέγγιση θα βελτιώσει επίσης τις προοπτικές για αποτελεσματική διασυνοριακή συνεργασία.
as a result, no evaluation of potential differences in the implementation of security measures at community airports before and after the opening of the ground handling market could be carried out.
Εξαιτίας αυτού, δεν ήταν δυνατόν να αξιολογηθεί εάν υπάρχουν διαφορές στην εφαρμογή των μέτρων ασφαλείας στους κοινοτικούς αερολιμένες πριν και μετά το άνοιγμα της αγοράς επίγειας εξυπηρέτησης.
initially, re-establishing the basic principle at the level of the exercise of the right of deduction will result in the elimination of potential differences between taxable persons.
Όσον αφορά την άσκηση του δικαιώματος έκπτωσης, σε ένα πρώτο στάδιο, η αποκατάσταση της βασικής αρχής στο επίπεδο της άσκησης του δικαιώματος έκπτωσης θα έχει ως συνέπεια την εξαφάνιση των πιθανών διαφορών μεταξύ των υποκειμένων στο φόρο.