Trying to learn how to translate from the human translation examples.
From professional translators, enterprises, web pages and freely available translation repositories.
concourir à une approche favorisant un développement durable au niveau international, national ou régional ;
συμβάλλουν στην υλοποίηση μιας προσέγγισης που ευνοεί την αειφόρο ανάπτυξη σε διεθνές, εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο,
dix catégories de public cibie sont retenues. les candidats pourront concourir dans une ou plusieurs des catégories énumérées cidessous.
Οι υποψήφιοι μπορούν να πάρουν μέρος στο διαγωνισμό σε μια ή περισσότερες από αυτές τις παρακάτω κατηγορίες:
concourir à la stabilisation des marchés7 en s'efforçant notamment de limiter les fluctuations des prix des produits agricoles;
συμβολή στη σταθεροποίηση των αγορών7 με τον περιορισμό, συγκεκριμένα, των διακυμάνσεων των τιμών στα γεωργικά προϊόντα·
des mesures visant à atteindre les objectifs spécifiques et opérationnels ci‑dessous pourraient concourir à la réalisation de cet objectif général.
Αυτός ο γενικός στόχος μπορεί να εξυπηρετηθεί από δράση που θα αποσκοπεί στην επίτευξη των ακόλουθων ειδικών και λειτουργικών στόχων:
la commission estime qu'il n'est pas possible d'acheter du gaz à gazprom pour concourir avec mol wmt.
Η Επιτροπή πιστεύει ότι δεν είναι δυνατό να αγοραστεί φυσικό αέριο από την gazprom ώστε να υπάρξει ανταγωνισμός με την mol wmt.
concourir à faire de l'union monétaire une réussite est donc un volet essentiel de la mission de la banque (1 ).
Συνεπώς, η συμβολή στην επιτυχή υλοποίηση της Νομισματικής Ένωσης αποτελεί βασική συνιστώσα της αποστολής της Τράπεζας (1).
elle pourra ainsi concourir de façon déterminante à garantir, pour l'avenir, la compétitivité et la cohésion de l'union européenne.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην εξασφάλιση της μελλοντικής ανταγωνιστικότητας και της συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.