Réalisées par des traducteurs professionnels, des entreprises, des pages web ou traductions disponibles gratuitement.
intervals.
3μηνα διαστήματα.
Dernière mise à jour : 2011-10-23
Fréquence d'utilisation : 1
Qualité :
Avertissement : cet alignement peut être incorrect.
Veuillez le supprimer, au besoin.
~intervals
Δ~ιαστήματα
Dernière mise à jour : 2020-04-20
Fréquence d'utilisation : 1
Qualité :
symptomatic postural hypotension is infrequent.
Ενώ ο µηχανισµός µέσω του οποίου το µειώνει την αρτηριακή πίεση θεωρείται ότι οφείλεται κυρίως στην καταστολή του συστήµατος ρενίνης- αγγειοτενσίνης- αλδοστερόνης, το είναι αποτελεσµατικό ακόµη και σε υπερτασικούς ασθενείς µε χαµηλή ρενίνη.
while very infrequent, these clots can cause serious medical problems, disability or death.
Ενώ δεν είναι καθόλου συχνοί, οι θρόμβοι αυτοί μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά ιατρικά προβλήματα, αναπηρία ή θάνατο.
infrequent antibody responses have been detected in soliris-treated patients across all clinical studies.
Σε όλες τις κλινικές μελέτες σε ασθενείς, οι οποίοι έλαβαν θεραπεία με soliris, ανιχνεύθηκαν σπάνιες αποκρίσεις αντισωμάτων.
discontinuations due to other specific adverse reactions among patients taking pelzont were infrequent (< 1%).
Διακοπή της θεραπείας λόγω άλλων ειδικών ανεπιθύμητων ενεργειών μεταξύ των ασθενών που έλαβαν pelzont δεν ήταν συχνή (< 1%).
infrequent adverse reactions include paddling, retching, salivation, cyanosis, premature ventricular contractions and excessive cardiopulmonary depression.
Στις μη συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνονται ακούσιες κινήσεις ποδηλατισμού (paddling), η ακούσια έντονη προσπάθεια προς έμεση, σιελόρροια, κυάνωση, πρώιμες συστολές της κοιλίας της καρδίας και υπέρμετρη καρδιοπνευμονική καταστολή.
capital taxes (d.91) consist of taxes levied at irregular and very infrequent intervals on the values of the assets or net worth owned by institutional units or on the values of assets transferred between institutional units as a re sult of legacies, gifts inter vivos or other transfers. fers.
Φόροι κεφαλαίου (d.91 ) στις χρήσεις, στους λογαριασμούς χρήσης εισοδήματος του τομέα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων τομέων που διαχειρίζονται μη αυτόνομα συνταξιοδοτικά ταμεία·
definition: capital taxes (d.91) consist of taxes levied at irregular and very infrequent intervals on the values of the assets or net worth owned by institutional units or on the values of assets transferred between institutional units as a result of legacies, gifts inter vivos or other transfers.
Ορισμός: Οι φόροι κεφαλαίου (d.91) είναι φόροι που επιβάλλονται σε μη τακτά και όχι συχνά διαστήματα στις αξίες των περιουσιακών στοχείων ή την καθαρή θέση των θεσμικών μονάδων ή τις αξίες των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάζονται μεταξύ θεσμικών μονάδων λόγω κληρονομιών, δωρεών εν ζωή ή άλλων μεταβιβάσεων.