Da traduttori professionisti, imprese, pagine web e archivi di traduzione disponibili gratuitamente al pubblico.
Ως «γεωειδές» νοείται η ισοδυναμική επιφάνεια στο πεδίο βαρύτητας της Γης, η οποία συμπίπτει με τη μέση αδιατάρακτη στάθμη της θάλασσας, εκτεινόμενης συνεχώς μέσω των ηπείρων.
un geoide è una superficie equipotenziale nel campo di gravità della terra, che coincide con la superficie media degli oceani indisturbata estesa senza interruzioni in tutti i continenti.
Κατακόρυφα περιοριζόμενη ιδιότητα διάστασης αποτελούμενη από απόλυτο μέτρο αναφερόμενο σε μια καλά καθορισμένη επιφάνεια η οποία λαμβάνεται συνήθως ως αρχή (γεωειδές, στάθμη υδάτων κ.τλ.).
proprietà dimensionale verticale costituita da una misura assoluta riferita a una superficie ben definita comunemente assunta come origine (geoide, livello dell’acqua e simili).
Χρησιμοποιείται μοντέλο γεωειδούς, επαρκές για την τήρηση των διατάξεων της ΔΟΠΑ που παρατίθενται στο παράρτημα iii σημείο 3 και τις απαιτήσεις ποιότητας αεροναυτικών δεδομένων και αεροναυτικών πληροφοριών που παρατίθενται στο παράρτημα iv, ώστε όλα τα κάθετα δεδομένα (τοπογραφικά, υπολογισθέντα ή εξαχθέντα) να είναι δυνατόν να εκφρασθούν ως προς τη μέση στάθμη της θάλασσας με το μοντέλο βαρύτητας της γης του 1996.
viene utilizzato un modello di geoide sufficiente a soddisfare le disposizioni dell’icao di cui all’allegato iii, punto 3, e ai requisiti relativi alla qualità dei dati aeronautici e delle informazioni aeronautiche specificati nell’allegato iv, in modo che tutti i dati verticali (osservati, calcolati o derivati) possano essere espressi in rapporto al livello medio del mare tramite il modello earth gravitational model 1996.