Da traduttori professionisti, imprese, pagine web e archivi di traduzione disponibili gratuitamente al pubblico.
labour inspectorates also perform a key role in identifying and deterring undeclared work.
Οι επιθεωρήσεις εργασίας, επίσης, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στον εντοπισμό και την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.
as such, our success in fighting and deterring eu fraud will increase greatly."
Έτσι θα συμβάλουμε σε μεγαλύτερο βαθμό στην καταπολέμηση και αποτροπή της απάτης στην ΕΕ.»
efficient market monitoring is vital to detecting and deterring market abuse on wholesale energy markets.
Η αποτελεσματική παρακολούθηση της αγοράς είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό και την αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών στις ενεργειακές αγορές χονδρικής.
governments must set penalties at a level which makes them effective in deterring companies from breaching the directive.
Οι κυβερνήσεις οφείλουν να θέσουν ποινές ικανές να αποτρέψουν παραβάσεις της οδηγίας εκ μέρους των επιχειρήσεων.
as a result, the attractiveness of firms to be privatised is considerably reduced, often deterring potential investors.
Η κατάσταση αυτή μείωσε σημαντικά την ελκυστικότητα των επιχειρήσεων που θα ιδιωτικοποιηθούν και αποθάρρυνε συχνά τους δυνητικούς επενδυτές.
academics indicate problems deterring or preventing transactions, increasing transaction costs, distorting competition and reducing legal certainty.
Οι ακαδημαϊκοί αναφέρουν προβλήματα που αποθαρρύνουν ή αποτρέπουν τις συναλλαγές, αυξάνουν το κόστος συναλλαγής, στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό και περιορίζουν την ασφάλεια του δικαίου.
however, international observers could play an important role in deterring violence and building confidence, especially in the rural areas.
Ωστόσο, οι διεθνείς παρατηρητές θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ένα σημαντικό ρόλο στην αποτροπή της βίας και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές.
effective physical security and access control in seaports is fundamental to deterring and preventing potential threats to seaport operations, cargo shipments and ships.
Η αποτελεσματική φυσική ασφάλεια και ο έλεγχος της πρόσβασης στους θαλάσσιους λιμένες έχουν θεμελιώδη σημασία για την αποφυγή και την πρόληψη των δυνητικών απειλών κατά των λειτουργιών των λιμένων, των μεταφερόμενων φορτίων και των πλοίων.
2.1.1 in the commission's view, fines are of central importance in deterring companies from breaking competition rules.
2.1.1 Η Επιτροπή θεωρεί ότι τα πρόστιμα έχουν καθοριστική σημασία για την αποτροπή των επιχειρήσεων από την παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού.
there are large differences between payment practices and relevant legislation in the community and these differences are deterring firms from engaging in cross-border trade.
Οι μεγάλες διαφορές στις εφαρμοζόμενες πρακτικές πληρωμών και στη σχετική νομοθεσία στην Κοινότητα δυσχεραίνουν το διασυνοριακό εμπόριο μεταξύ των επιχειρήσεων.
it also constitutes a barrier to cross-border establishment, activity and investment by companies, deterring them from taking full advantage of the internal market2.
Αποτελεί επίσης φραγμό για τις εταιρείες που επιθυμούν να εγκατασταθούν, να δραστηριοποιηθούν ή να πραγματοποιήσουν επενδύσεις σε διασυνοριακό πλαίσιο, δεδομένου ότι τις εμποδίζει να επωφεληθούν πλήρως από την εσωτερική αγορά2.
the focus and priority of consumer protection issues varies considerably between member states, sometimes with the result of confusing consumers and deterring businesses from cross-border marketing.
Το επίκεντρο και οι προτεραιότητες των θεμάτων προστασίας των καταναλωτών διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ορισμένες φορές σύγχυση για τους καταναλωτές και οι επιχειρήσεις να αποθαρρύνονται από τη διασυνοριακή διάθεση των προϊόντων ή υπηρεσιών τους.
they could scare off "good" employers, and at the same time turn out to be totally inadequate for deterring "bad" employers.
Μπορεί να εκφοβίσουν τους "καλούς" εργοδότες ενώ ταυτόχρονα να αποβούν απολύτως ακατάλληλα όσον αφορά την αποτροπή των "κακών" εργοδοτών.