전문 번역가, 번역 회사, 웹 페이지 및 자유롭게 사용할 수 있는 번역 저장소 등을 활용합니다.
anerkennung von nicht als minderheitsbeteiligungen geltenden instrumenten und positionen im konsolidierten harten kernkapital
Αναγνώριση μέσων και στοιχείων που δεν είναι αποδεκτά ως δικαιώματα μειοψηφίας στο ενοποιημένο κεφάλαιο Κοινών ιδίων κεφαλαίων της Κατηγορίας 1
als kernkapital anerkannt seien in den jeweiligen einbringungszeiträumen in deutschland lediglich stammkapital und stille beteiligungen gewesen.
Την εποχή των αντίστοιχων μεταβιβάσεων μόνο το μετοχικό κεφάλαιο και οι αφανείς συμμετοχές αναγνωρίζονταν στη Γερμανία ως βασικό κεφάλαιο.
nahezu alle landesbanken hätten ab dem jahr 1992 neues kernkapital benötigt, um den strengeren anforderungen aufgrund der neuen solvabilitätsrichtlinie gerecht zu werden.
Σχεδόν όλες οι landesbanken από το 1992 χρειάζονταν νέο βασικό κεφάλαιο για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις αυστηρότερες απαιτήσεις που απορρέουν από τη νέα οδηγία για τον συντελεστή φερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.
jedoch erfolgte die befristung de facto daraus, dass mit der anerkennung durch das bakred als kernkapital der gesamte betrag zur geschäftsausweitung verwendet werden konnte.
Ο περιορισμός όμως προέκυψε από το γεγονός ότι, με την αναγνώριση του εκ μέρους της bakred ως βασικού κεφαλαίου, το συνολικό ποσό μπόρεσε να χρησιμοποιηθεί για την επέκταση των εμπορικών δραστηριοτήτων.
ebenso habe die stille einlage in höhe von 300 mio. dem von 1997 bis zu diesem datum voll als haftendes kernkapital zur verfügung gestanden.
Το ίδιο και η αφανής εισφορά ύψους 300 εκατ. dem ήταν πλήρως στη διάθεση της τράπεζας ως εγγυητικό πρωτογενές κεφάλαιο πρωτογενές από το 1997 μέχρι την εν λόγω ημερομηνία.
es sei zwar zutreffend, dass stammkapital aufsichtsrechtlich zum kernkapital zähle. aber nicht alles, was als kernkapital definiert sei, sei zugleich auch stammkapital einer bank.
Είναι γεγονός ότι το εταιρικό κεφάλαιο από άποψη τραπεζικής εποπτείας αποτελεί πρωτογενές κεφάλαιο. Ωστόσο, ό,τι ορίζεται ως πρωτογενές κεφάλαιο δεν αποτελεί ταυτόχρονα εταιρικό κεφάλαιο μιας τράπεζας.