검색어: self sustaining (영어 - 그리스어)

인적 기여

전문 번역가, 번역 회사, 웹 페이지 및 자유롭게 사용할 수 있는 번역 저장소 등을 활용합니다.

번역 추가

영어

그리스어

정보

영어

self-sustaining gear

그리스어

αυτοβασταζόμενος μειωτήρας

마지막 업데이트: 2014-11-15
사용 빈도: 5
품질:

추천인: IATE

영어

self-sustaining decomposition

그리스어

αυτοσυντηρούμενη αποσύνθεση

마지막 업데이트: 2014-11-14
사용 빈도: 5
품질:

추천인: IATE

영어

self-sustaining chain reaction

그리스어

αυτοσυντηρούμενη αλυσίδα αντιδράσεων

마지막 업데이트: 2014-11-14
사용 빈도: 5
품질:

추천인: IATE

영어

kolokotronis become economically self-sustaining.

그리스어

κανονισμό για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

추천인: IATE

영어

the swedish heat pump market is now self-sustaining.

그리스어

Η σουηδική αγορά αντλιών θερμότητας μπορεί πλέον να αυτοσυντηρείται.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

a self-sustaining, unsubsidised export capacity is achieved

그리스어

Επιτυγχάνεται αυτοδιατηρούμενη, μη επιδοτούμενη εξαγωγική ικανότητα

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

ammonium nitrate (5000 / 10000): fertilisers capable of self-sustaining decomposition

그리스어

Νιτρικό αμμώνιο (5000 / 10000): λιπάσματα ικανά για αυτοσυντηρούμενη αποσύνθεση.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

brussels, 13 may 2015 – further policy is needed to return to self-sustaining growth.

그리스어

Βρυξέλλες, 13 Μαΐου 2015 - Απαιτείται περαιτέρω δράση σε επίπεδο πολιτικής για την επιστροφή σε αυτοσυντηρούμενη ανάκαμψη.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

ait is an example of social entrepreneurship demonstrating the viability of self-sustaining investment in higher education.

그리스어

ait is an example of social entrepreneurship demonstrating the viability of a self-sustaining investment in higher education.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

it is evident that many of the factors underpinning strong growth are self-reinforcing and self-sustaining.

그리스어

Είναι προφανές ότι πολλοί από τους παράγοντες που συντελούν στην έντονη ανάπτυξη αυτοενισχύονται και αυτοσυντηρούνται.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

the investor base needs to be broadened and diversified if the industry is to become self-sustaining in the long run.

그리스어

Η βάση των επενδυτών πρέπει να διευρυνθεί και να διαφοροποιηθεί, εάν επιθυμεί ο επιχειρηματικός κλάδος να καταστεί μακροπρόθεσμα αυτοσυντηρούμενος.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

bih's core challenge remains that of building a self-sustaining state able to integrate further into eu structures.

그리스어

Κύρια πρόκληση για τη Β-Ε παραμένει η οικοδόμηση ενός αυτόνομου κράτους ικανού να ενσωματωθεί καλύτερα στις δομές της ΕΕ.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

helping their farm sector to be viable and self-sustaining is a delicate but essential part of any global sustainable development strategy.

그리스어

Η παροχή βοήθειας στον τομέα της γεωργίας προκειμένου να καταστεί βιώσιμος και ανεξάρτητος αποτελεί ευαίσθητο ζήτημα και βασικό τμήμα κάθε στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

there is no shortage of control mechanisms in the eu; they have a tendency to develop into self-sustaining bureaucratic instruments.

그리스어

Στην ΕΕ δεν λείπουν καθόλου τα συστήματα ελέγχου, που έχουν εξελιχθεί σε αυτοσυντηρούμενους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς.

마지막 업데이트: 2012-03-22
사용 빈도: 5
품질:

추천인: IATE

영어

however, although favourable terms of trade and an abundance of foreign capital generate growth, this is not necessarily self-sustaining.

그리스어

Εντούτοις, τα υψηλά μεγέθη των συναλλαγών και η παρουσία άφθονου εξωτερικού κεφαλαίου δημιουργούν μεν οικονομική ανάπτυξη, όχι όμως κατ’ ανάγκη αυτοσυντηρούμενη.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 2
품질:

추천인: IATE

영어

a secondary objective is the creation of a self-sustaining, commercially viable market for energy services for efficient end use, under full competition.

그리스어

Ο δεύτερος στόχος είναι η δημιουργία αειφόρου, εμπορικώς βιώσιμης αγοράς ενεργειακών υπηρεσιών για αποδοτική τελική χρήση, υπό πλήρη ανταγωνισμό.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

re-establishing self-sustaining salmon populations in rivers with extirpated or very weak populations which would lead to higher overall wild salmon production.

그리스어

Ανασύσταση αυτοδύναμα βιώσιμων πληθυσμών σολομού σε ποταμούς με εξαλειφθέντες ή πολύ εξασθενημένους πληθυσμούς με αποτέλεσμα υψηλότερη συνολική παραγωγή άγριων σολομών.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

irrespective of any ambition to accede to the european union, bosnia and herzegovina (bih) needs to become a self-sustaining state.

그리스어

Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε φιλοδοξία για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Βοσνία – Ερζεγοβίνη (bih) πρέπει κατ' αρχήν να καταστεί αυτόνομο κράτος.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

영어

chain reaction : a self-sustaining reaction taking place in a reactor in which each fission reaction produces at least one excess neutron which goes on to cause another fission.

그리스어

ΑΤΟΜΟ:Το μικρότερο τμήμα ενός στοιχείου που μπορεί να συνδεθεί χημικά με ένα άλλο.

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

추천인: IATE

영어

these forces should be militarily self-sustaining with the necessary command, control and intelligence capabilities, logistics, other combat support units and, as required, air and naval elements.

그리스어

Οι δυνάμεις αυτές θα πρέπει να είναι στρατιωτικώς αυτάρκεις και να διαθέτουν το απαιτούμενο δυναμικό διοίκησης, ελέγχου και συλλογής πληροφοριών, επιμελητείας, άλλων υπηρεσιών υποστήριξης μάχης, εν ανάγκη δε και αεροπορικά και ναυτικά στοιχεία.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

추천인: IATE

인적 기여로
9,181,968,870 더 나은 번역을 얻을 수 있습니다

사용자가 도움을 필요로 합니다:



당사는 사용자 경험을 향상시키기 위해 쿠키를 사용합니다. 귀하께서 본 사이트를 계속 방문하시는 것은 당사의 쿠키 사용에 동의하시는 것으로 간주됩니다. 자세히 보기. 확인