Van professionele vertalers, bedrijven, webpagina's en gratis beschikbare vertaalbronnen.
it is a viscous liquid with a faintly sweet taste, hygroscopic and miscible with water, acetone, and chloroform.
Είναι ένα παχύρρευστο υγρό με ανεπαίσθητα γλυκιά γεύση, υγροσκοπικό και αναμίξιμο με νερό, ακετόνη και χλωροφόρμιο.
a study in 12 healthy volunteers compared tocofersolan with a water-miscible reference vitamin e after a single oral loading dose of 1200 iu.
Σε μια μελέτη σε 12 υγιείς εθελοντές συγκρίθηκε το τοκοφερσολάν με αναμίξιμη με νερό βιταμίνη e αναφοράς μετά από μία εφάπαξ δόση εφόδου από του στόματος των 1200 iu.
a liquid which, when mixed with water in any proportion, forms one liquid phase is indicated with 'miscible'.
Ένα υγρό που, όταν αναμειγνύεται με το νερό σε οποιαδήποτε αναλογία, σχηματίζει μία υγρή φάση χαρακτηρίζεται «πλήρως αναμείξιμο».
5.1 degme is a high boiling glycol ether miscible with water, typically used as an intermediate in synthetic chemistry, as co-solvent in various household decorative products, or as a low temperature anti-icing agent, for instance in jet fuel.
5.1 Η degme είναι γλυκοαιθέρας με υψηλό σημείο βρασμού, αναμίξιμος με το ύδωρ, που χρησιμοποιείται συνήθως ως χημικό ενδιάμεσο στη συνθετική χημεία, ως συνδιαλύτης σε διάφορα διακοσμητικά οικιακά είδη ή ως αντιψυκτικό π.χ. στο καύσιμο αεριωθούμενων αεροπλάνων.