A partir de tradutores profissionais, empresas, páginas da web e repositórios de traduções disponíveis gratuitamente
fundamental rights are general principles of community law and accordingly amenable to judicial control.
Τα θεμελιώδη δικαιώματα συνιστούν γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου και ως εκ τούτου υπάγονται σε δικαστικό έλεγχο.
the algebraic objects amenable to such a description include groups, associative algebras and lie algebras.
Τα αλγεβρικά αντικείμενα που υπόκεινται σε τέτοια περιγραφή περιλαμβάνουν ομάδες, προσεταιριστικές άλγεβρες και άλγεβρες lie.
in particular complex polymer systems are often not amenable to gel permeation chromatography (gpc).
Συχνά μάλιστα, σε ορισμένα πολύπλοκα πολυμερών συστήματα, δεν μπορεί να εφαρμοστεί η χρωματογραφία διείσδυσης πηκτής (gpc).
we must not be amenable to compromise on this, and the council must not be left under any misapprehension about this.
Εν προκειμένω δεν θα έπρεπε να είμαστε πρόθυμοι να συμβιβαστούμε και αυτό θα πρέπει να το δείξουμε καθαρά στο Συμβούλιο.
people brought up in soviet multiculturalism were more malleable and more amenable to becoming slaves in the service of the empire.
Οι πολίτες που αναθρέφονταν στον σοβιετικό πολυπολιτισμό ήταν πιο εύπλαστοι και πιο επιρρεπείς να γίνουν σκλάβοι στην υπηρεσία της αυτοκρατορίας.
sometimes, all the language versions can be simplified, but sometimes only particular language versions are amenable to simplification.
Οι απλουστεύσεις ενδέχεται να δύνανται να εφαρμοστούν σε όλες τις γλωσσικές εκδόσεις ή να αφορούν μία μόνο γλωσσική έκδοση.
many issues, such as changes in internal work organisation in companies, are in any event not easily amenable to quantitative analysis.
Εν πάση περιπτώσει, πολλά ζητήματα, όπως οι αλλαγές της εσωτερικής εργασιακής οργάνωσης των επιχειρήσεων δεν επιδέχονται εύκολα ποσοτική ανάλυση.
on the other hand, the results produced by these national and/or regional systems must be amenable to mutual recognition.
Είναι όμως απαραίτητο από την άλλη πλευρά να δημιουργηθούν οι όροι που θα επιτρέψουν την αμοιβαία αναγνώριση των τίτλων που εκδίδονται από τα εθνικά και/ή περιφερειακά συστήματα.
most of my amendments were accepted, and mr skinner was amenable to compromise, so we were able to improve the commission draft at crucial points.
Οι περισσότερες τροπολογίες μου έγιναν αποδεκτές και ο κ. skinner ήταν επιδεκτικός συμβιβασμών · έτσι, μπορέσαμε να βελτιώσουμε το σχέδιο της Επιτροπής σε κρίσιμα σημεία.
the data should be amenable to time trend analysis and early warnings and to monitor spread of resistance at national, regional and community level;
Τα δεδομένα πρέπει να επιτρέπουν την ανάλυση των χρονικών τάσεων και τη διατύπωση έγκαιρων προειδοποιήσεων και να παρακολουθούν την εξάπλωση της αντοχής σε εθνικό, περιφερειακό και κοινοτικό επίπεδο·
75 years; dfsp was metastatic, locally recurrent following initial resective surgery and not considered amenable to further resective surgery at the time of study entry.
Το dfsp ήταν μεταστατικό, τοπικά υποτροπιάζον μετά την αρχική χειρουργική εκτομή και θεωρήθηκε ότι περαιτέρω χειρουργική εκτομή δεν θα επέφερε βελτίωση κατά το χρόνο εισαγωγής στη μελέτη.