A partir de tradutores profissionais, empresas, páginas da web e repositórios de traduções disponíveis gratuitamente
oil refining capacity represents an important additional factor in ensuring eu energy security.
Το δυναμικό διύλισης πετρελαίου αποτελεί έναν σημαντικό επιπλέον παράγοντα διασφάλισης του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ.
leasing capacity currently represents a cost factor for second operators of between 30 and 50%.
Η μίσθωση χωρητικότητας αντιπροσωπεύει σήμερα, για τους υπόλοιπους φορείς εκτός από τον κύριο φορέα εκμετάλλευσης, από 30 έως 50% του κόστους τους.
the retention time is determined (in duplicate), permitting the calculation of the capacity factor k.
Προσδιορίζεται ο χρόνος κατακράτησης (δύο φορές), πράγμα που επιτρέπει τον υπολογισμό του παράγοντα χωρητικότητας k.
with regard to the capacity of the present member states to fund enlargement, employment is the decisive factor.
Παραλλήλως, όμως, δεν θα πρέπει να λησμονείται και η κατάσταση της απασχόλησης σε ορισμένες από τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες, όπου αυτή παρουσιάζεται σχεδόν καταστροφική.
• peak volumetric demand (equivalent to infrastructure capacity) is a key cost factor in the water sector;
• η ογκομετρική ζήτηση αιχμής (που αντιστοιχεί στην ικανότητα της υποδομής) αποτελεί βασικό στοιχείο κόστους στον τομέα της ύδρευσης'
the crucial factor in determining international competitiveness is now the innovative capacity of the economy.
h διεθνής ανταγωνιστικότητα επηρεάζεται σήμερα αποφασιστικά από την ικανότητα της οικονομίας για καινοτομίες.
r&d is one of the key factors in determining a region’s innovative capacity.
Η Ε&Α είναι ένας από τους βασικούς παράγοντες για τον προσδιορισμό της ικανότητας καινοτομίας μιας περιφέρειας.
for a service operating on rail infrastructure without capacity shortages these costs will arise from factors such as:
Για μια υπηρεσία που λειτουργεί σε σιδηροδρομική υποδομή χωρίς ελλείψεις μεταφορικής ικανότητας αυτό το κόστος θα προκύψει από παράγοντες όπως: