Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
endocrine disorders: hypogonadism male, cushing syndrome, hypothyroidism;
Ενδοκρινικές διαταραχές: υπογοναδισμός άρρενος, σύνδρομο cushing, υποθυρεοειδισμός.
endocrine disorders primary and secondary hypogonadism hyperthyroidism hyperparathyroidism cushing's syndrome hyperprolactinaemia lactinaemia
Πρωτοπαθής και δευτεροπαθής υπογοναδισμός Υπερθυρεοειδισμός Υπερπαραθυρεοειδισμός Σύνδρομο του cushing Υπερπρολακτιναιμία
antacids (e.g. ranitidine, cimetidine) aminoglutethimide – a medicine used to treat cushing’s syndrome
αντιόξινα (π.χ. ρανιτιδίνη, σιμετιδίνη) αμινογλουτεθυμίδη – φάρμακο για τη θεραπεία του συνδρόμου cushing
while all cushing’s disease is cushing’s syndrome, not all cushing’s syndrome is cushing’s disease.
Το "ενδογενές" σύνδρομο cushing είναι αποτέλεσμα κάποιας διαταραχής του ίδιου του οργανισμού στην έκκριση της κορτιζόλης.
in the absence of specific information, the use in animal suffering from cushing’s syndrome shall be based on the risk-benefit assessment.
Η χρήση του προϊόντος σε σκυλιά που υποφέρουν από το σύνδρομο cushing πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την κρίση του υπεύθυνου κτηνίατρου ως προς τη σχέση οφέλους/κινδύνου σχέση με τον κίνδυνο.
concomitant use of prezista with low dose ritonavir and prednisone may increase the risk for development of systemic corticosteroid effects, including cushing’s syndrome and adrenal suppression.
Η ταυτόχρονη χρήση prezista με μικρή δόση ριτοναβίρης και πρεδνιζόνης ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης συστηματικών επιδράσεων των κορτικοστεροειδών, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων.
concomitant use of boosted prezista with low dose ritonavir and prednisone may increase the risk for development of systemic corticosteroid effects, including cushing’s syndrome and adrenal suppression.
Η ταυτόχρονη χρήση ενισχυμένου prezista με μικρή δόση ριτοναβίρης και πρεδνιζόνης ενδέχεται να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης συστηματικών επιδράσεων των κορτικοστεροειδών, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων.
in addition, mitotane induces a state of adrenal insufficiency which leads to the disappearance of cushing syndrome in patients with secreting adrenal carcinoma and necessitates substitution hormonotherapy.
Επιπλέον, η μιτοτάνη προκαλεί επινεφριδική ανεπάρκεια η οποία οδηγεί στην εξαφάνιση του συνδρόμου cushing σε ασθενείς με εκκρίνον επινεφριδικό καρκίνωμα και καθιστά απαραίτητη την ορμονική θεραπεία υποκατάστασης.
concomitant use of reyataz/ritonavir and fluticasone or other glucocorticoids that are metabolised by cyp3a4 is not recommended unless the potential benefit of treatment outweighs the risk of systemic corticosteroid effects, including cushing's syndrome and adrenal suppression (see section 4.5).
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση reyataz/ριτοναβίρης και φλουτικαζόνης ή άλλων γλυκοκορτικοειδών τα οποία μεταβολίζονται από το cyp3a4, εκτός εάν το ενδεχόμενο όφελος από την αγωγή υπερτερεί του κινδύνου εμφάνισης συστηματικών εκδηλώσεων από τα κορτικοστεροειδή, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (βλέπε παράγραφο 4.5).
concomitant use of ritonavir and fluticasone or other glucocorticoids that are metabolised by cyp3a4 is not recommended unless the potential benefit of treatment outweighs the risk of systemic corticosteroid effects, including cushing’s syndrome and adrenal suppression (see section 4.5).
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση του ritonavir και της φλουτικαζόνης ή άλλων γλυκοκορτικοειδών τα οποία μεταβολίζονται από το cyp3a4, εκτός εάν το ενδεχόμενο όφελος από την αγωγή υπερτερεί έναντι του κινδύνου εμφάνισης συστηματικών εκδηλώσεων από τα κορτικοστεροειδή, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (βλέπε παράγραφο 4.5).
concomitant use of agenerase with ritonavir and fluticasone or other glucocorticoids that are metabolised by cyp3a4 is not recommended unless the potential benefit of treatment outweighs the risk of systemic corticosteroid effects, including cushing’s syndrome and adrenal suppression (see section 4.5).
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση του agenerase/ριτοναβίρης και της φλουτικαζόνης ή άλλων γλυκοκορτικοειδών τα οποία μεταβολίζονται από το cyp3a4, εκτός εάν το ενδεχόμενο όφελος από την αγωγή υπερτερεί έναντι του κινδύνου εμφάνισης συστηματικών εκδηλώσεων από τα κορτικοστεροειδή, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (βλέπε παράγραφο 4.5).
concomitant use of tipranavir, co-administered with low dose ritonavir, and fluticasone or other glucocorticoids that are metabolised by cyp3a4 is not recommended unless the potential benefit of treatment outweighs the risk of systemic corticosteroid effects, including cushing's syndrome and adrenal suppression (see section 4.5).
Ταυτόχρονη χρήση του tipranavir συγχορηγούμενου με χαμηλή δόση ριτοναβίρης και φλουτικαζόνη ή άλλων γλυκοκορτικοειδών τα οποία μεταβολίζονται από το cyp3a4 δεν συνιστάται εκτός αν το πιθανό όφελος της αγωγής αντισταθμίζει τον κίνδυνο συστηματικών επιδράσεων των κορτικοειδών, περιλαμβανομένων του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (δείτε παράγραφον 4.5).
concomitant use of kaletra and fluticasone or other glucocorticoids that are metabolised by cyp3a4, such as budesonide, is not recommended unless the potential benefit of treatment outweighs the risk of systemic corticosteroid effects, including cushing’s syndrome and adrenal suppression (see section 4.5).
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση του kaletra και της φλουτικαζόνης ή άλλων γλυκοκορτικοειδών τα οποία μεταβολίζονται από το cyp3a4, όπως το budesonide, εκτός εάν το ενδεχόμενο όφελος της θεραπείας υπερτερεί έναντι του κινδύνου εμφάνισης συστηματικών εκδηλώσεων από τα κορτικοστεροειδή, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (βλέπε παράγραφο 4.5).
possible systemic effects include cushing’s syndrome, cushingoid features, adrenal suppression, decrease in bone mineral density, growth retardation in children and adolescents, cataract and glaucoma and more rarely, a range of psychological or behavioural effects including psychomotor hyperactivity, sleep disorders, anxiety, depression or aggression (particularly in children).
Οι πιθανές συστηματικές επιδράσεις περιλαμβάνουν σύνδρομο cushing, χαρακτηριστικά συνδρόμου που προσομοιάζει με σύνδρομο cushing, καταστολή των επινεφριδίων, μείωση της οστικής πυκνότητας, καθυστερημένη ανάπτυξη σε παιδιά και εφήβους, καταρράκτης και γλαύκωμα και σπανιότερα μία σειρά ψυχολογικών ή συμπεριφορικών επιδράσεων συμπεριλαμβανομένων ψυχοκινητικής υπερδραστηριότητας, διαταραχές ύπνου, άγχος, κατάθλιψη ή επιθετικότητα (ιδιαίτερα σε παιδιά).