Обучается переводу с помощью примеров, переведенных людьми.
concurrentiel
От: Машинный перевод Предложите лучший перевод Качество:
Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
Добавить перевод
prix concurrentiel
ανταγωνιστική τιμή
Последнее обновление: 2014-11-14 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
déficit concurrentiel
ανταγωνιστικό έλλειμμα
dialogue concurrentiel,
"ανταγωνιστικός διάλογος"
Последнее обновление: 2017-04-07 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATEПредупреждение: Содержит скрытое HTML-форматирование
secteur foncier concurrentiel
ανταγωνιστικός τομέας των ακινήτων
coordination du comportement concurrentiel
συντονισμός της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς
vers un environnement concurrentiel 2.
Για τη δημιουργία ανταγωνιστικού περιβάλλοντος 2.
Последнее обновление: 2014-02-06 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
et plus concurrentiel dans la communauté
στην Κοινότητα
Последнее обновление: 2017-04-07 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
le développement concurrentiel par phases.
Ανταγωνιστική ανάπτυξη σε φάσεις
b) accès concurrentiel au spectre;
β) την εξασφάλιση ανταγωνιστικής πρόσβασης στο φάσμα·
5.2 développement concurrentiel par phases
5.2 Ανταγωνιστική ανάπτυξη σε φάσεις
1966- 1968 ingénieur dans le secteur concurrentiel
Επαγγελματική σταδιοδρομία 1966- 1968
Последнее обновление: 2012-03-19 Частота использования: 3 Качество: Источник: IATE
ceci leur confère un important avantage concurrentiel.
Το γεγονός αυτό τους προσδίδει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Последнее обновление: 2017-04-25 Частота использования: 1 Качество: Источник: IATE
un secteur agroalimentaire européen concurrentiel et dynamique
Ένας ανταγωνιστικός και δυναμικός ευρωπαϊκός τομέας των γεωργικών προϊόντων διατροφής
la tarification doit lui permettre d'être concurrentiel.
Ο σιδηρόδρομος πρέπει ασφαλώς να μπορεί να διαθέτει ανταγωνιστικές τιμές.
améliorer le potentiel concurrentiel du système entrepreneurial;
στη βελτίωση της ανταγωνιστικής ικανότητας του συστήματος των επιχειρήσεων·
coordination du comportement concurrentiel entre plusieurs entre-
Άρση (του ευεργετήµατος της αpiαλλαγής κατά κατηγορία)
b) accès concurrentiel à l'ensemble du spectre;
β) την εξασφάλιση ανταγωνιστικής πρόσβασης σε όλο το φάσμα·
promouvoir l'établissement d'un cadre concurrentiel mondial.
Την προώθηση της εγκαθίδρυσης ενός παγκόσμιου πλαισίου για τον ανταγωνισμό.
useétalonnage des performances (6411) industrie propre étalonnage concurrentiel
6416 έρευνα και πνευματική ιδιοκτησία
d'encourager l'émergence d'un secteur privé concurrentiel.
ιδιαίτερα την ενθάρρυνση της δημιουργίας ενός ανταγωνιστικού ιδιωτικού τομέα.