Från professionella översättare, företag, webbsidor och fritt tillgängliga översättningsdatabaser.
skin rashes which may lead to severe blistering and peeling of the skin characterized by a flat, red area on the skin that is covered with small confluent bumps, redness of the skin
Εξανθήματα του δέρματος που μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρές φυσαλίδες και ξεφλούδισμα του δέρματος που χαρακτηρίζονται από μια επίπεδη, ερυθρή περιοχή του δέρματος που καλύπτεται από μικρά συρρέοντα οζίδια, ερυθρότητα του δέρματος
a large confluent area of tracer uptake equal to or higher than that present in white matter extending beyond the white matter rim to the outer cortical margin and involving the entire region including the majority of slices within the respective region.
Μεγάλη συνεκτική περιοχή πρόσληψης ιχνηθέτη ίσης ή υψηλότερης από αυτήν που παρουσιάζεται στην λευκή ουσία: επεκτεινόμενες πέρα από το όριο της λευκής ουσίας προς το εξωτερικό χείλος του φλοιού, και αφορούσες ολόκληρη την περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της πλειοψηφίας των τομών εντός της αντίστοιχης περιοχής.
confluent monolayers of chick embryo cells or a suitable cell line (madin-darby bovine kidney for example) are prepared in 5 cm diameter petri dishes.
Συρρέουσες μονοστοιβάδες κυττάρων εμβρύου κοτόπουλου ή κατάλληλης κυτταρικής σειράς (π.χ. νεφρός βοδιού madin darby) παρασκευάζονται σε τρυβλία petri 5 cm.
wash 10 roux of confluent bhk-21 cells three times with serum-free eagle's medium and infect with bluetongue virus serotype 1 in serum-free eagle's medium.
Εκπλύονται 10 σειρές συνενωμένων κυττάρων ΒΗΚ-21 τρεις φορές με μέσο eagle ελεύθερο ορού και μολύνονται με ορότυπο 1 του ιού της γαγγραινώδους κόρυζας με μέσο eagle ορού.