Från professionella översättare, företag, webbsidor och fritt tillgängliga översättningsdatabaser.
the mediators shall be so selected that their independence and impartiality are beyond reasonable doubt.
Η επιλογή των μεσολαβητών γίνεται κατά τρόπο ώστε να μην υπάρξει εύλογη αμφιβολία για την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους.
it is, however, their task to determine whether there is a reasonable doubt as regards that intention.
Αντιθέτως, καθήκον τους είναι να κρίνουν κατά πόσον υφίστανται εύλογες αμφιβολίες ως προς την πρόθεση αυτή.
an appropriate assessmentis always necessary where reasonable doubt exists as to the absence of significant adverse effects.
Η δέουσα εκτίμηση απαιτείται πάντοτε όταν υφίστανται εύλογες αμφιβολίες ως προς την έλλειψη σημαντικών επιπτώσεων.
mr mugabe has proved beyond any reasonable doubt that he is totally unfit to govern his country in the modern world.
Ο κ. mugabe έχει αποδείξει, πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία, ότι είναι τελείως ακατάλληλος για να διακυβερνήσει τη χώρα του στον σύγχρονο κόσμο.
with this one reservation, this one reasonable doubt, we shall vote for an excellent report and a laudable and very necessary initiative.
Με τη διατύπωση της παραπάνω επιφύλαξης, της εύλογης αυτής ανησυχίας, θα ψηφίσουμε υπέρ της εξαιρετικής αυτής έκθεσης, η οποία, σε τελευταία ανάλυση, αποτελεί μια αξιόλογη και αναγκαία πρωτοβουλία.
rejection if the laboratory sample exceeds the maximum limit beyond reasonable doubt taking into account the correction for recovery and measurement uncertainty.
απόρριψη εφόσον το εργαστηριακό δείγμα υπερβαίνει το μέγιστο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης.
science has still not proven beyond reasonable doubt that there is a direct link between these chemical substances and changes in human hormone levels.
Η επιστήμη δεν έχει κατορθώσει ακόμη να αποδείξει με πειστικό τρόπο ότι υπάρχει μια σαφής άμεση σχέση μεταξύ αυτών των χημικών ουσιών και αλλαγών της ορμονικής λειτουργίας των ανθρώπων.
whilst assuring that the ex-detainees are treated with dignity we have to ensure that they are innocent beyond reasonable doubt before taking any decisions.
Διασφαλίζοντας ότι οι πρώην κρατούμενοι αντιμετωπίζονται με αξιοπρέπεια, πρέπει να σιγουρευτούμε ότι είναι αθώοι πέρα από κάθε αμφιβολία πριν πάρουμε οποιαδήποτε απόφαση.
rejection if the aggregate sample or the average of the laboratory samples exceeds the maximum limit beyond reasonable doubt taking into account the correction for recovery and measurement uncertainty.
απόρριψη, εφόσον το συνολικό δείγμα ή ο μέσος όρος των εργαστηριακών δειγμάτων υπερβαίνει το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της διόρθωσης για ανάκτηση και της αβεβαιότητας της μέτρησης.
3.2.3 the eesc agrees that provisions should be introduced to ensure that the necessary level of verification is undertaken where there is a case of a reasonable doubt.
3.2.3 Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη ότι πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί το αναγκαίο επίπεδο επαλήθευσης της γνησιότητας των εγγράφων, σε περίπτωση εύλογης αμφιβολίας.
where the commission decides that in light of the conclusions of verifications carried out pursuant to paragraph 1, the reasonable doubt no longer exists, it shall, without delay:
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή αποφασίσει ότι με βάση τα συμπεράσματα των επαληθεύσεων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, δεν υφίσταται πλέον η εύλογη αμφιβολία, προχωρεί αμέσως στις ακόλουθες ενέργειες:
"the trial chamber found that the evidence established beyond reasonable doubt" that haraqija "exercised his influence" over morina, the icty statement said.
"Το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα στοιχεία που βρέθηκαν πέρα από την εύλογη αμφιβολία" ότι ο Χαρακίγια "άσκησε επιρροή" στον Μορίνα δήλωσε το Ιcty.
where the commission decides that in light of the conclusions of enquiries, inspections and verifications carried out pursuant to paragraph 1, reasonable doubt remains, it shall, without delay:
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή αποφασίσει ότι με βάση τα συμπεράσματα των ερευνών, των επιθεωρήσεων και των επαληθεύσεων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, συνεχίζει να υφίσταται η εύλογη αμφιβολία, προχωρεί αμέσως στις ακόλουθες ενέργειες: