Att försöka lära sig översätta från mänskliga översättningsexempel.
Från professionella översättare, företag, webbsidor och fritt tillgängliga översättningsdatabaser.
one proposed framework for categorizing the dimensions of knowledge distinguishes between tacit knowledge and explicit knowledge.
Ένα προτεινόμενο πλαίσιο για την κατηγοριοποίηση των διαστάσεων της γνώσης κάνει διάκριση μεταξύ ρητής και άρρητης γνώσης.
these activities are so knowledge intensive that they can only be provided by face to face transactions (e.g. to pass tacit knowledge that cannot be codified).
Οι εν λόγω δραστηριότητες συνεπάγονται τόσο υψηλή ένταση γνώσεων, ώστε μπορούν να παρασχεθούν μόνο μέσω συναλλαγών πρόσωπο με πρόσωπο (π.χ. μεταβίβαση σιωπηρής γνώσης που δεν δύναται να κωδικοποιηθεί).
as things stand, the tacit adoption of a decision by the council denies taxable persons knowledge of the content of the authorisation and of the reasons for the council's decision.
Όπως έχει σήμερα η κατάσταση, η σιωπηρή έγκριση μιας απόφασης από πλευράς του Συμβουλίου δεν καθιστά αυτούς τους οποίους αφορά η εν λόγω απόφαση γνώστες του περιεχομένου της άδειας που έχει χορηγηθεί, ούτε των κινήτρων που οδήγησαν το Συμβούλιο στην έγκριση της απόφασης αυτής.
at the same time, the tacit knowledge of older workers is expressed through these sessions which raise awareness among mature employees that they are "culture carriers" for employers.
Ταυτόχρονα, μέσω αυτών των σεμιναρίων βγαίνουν στην επιφάνεια γνώσεις των παλαιότερων εργαζομένων και βοηθούνται οι ώριμοι εργαζόμενοι να συνειδητοποιήσουν ότι αποτελούν «φορείς της κουλτούρας της επιχείρησης» για τους εργοδότες.
representatives of business, trade unions, local authorities and ngos must be involved to ensure that jobs involving significant additional high-quality (tacit) knowledge are created.
Απαιτείται να εξασφαλισθεί ότι οι επιχειρήσεις, οι οργανώσεις εκπροσώπησης των μισθωτών εργαζομένων, οι τοπικές αρχές και οι ΜΚΟ θα συμμετάσχουν πλήρως στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης υψηλού επιπέδου και με σημαντική πρόσθετη (σιωπηρή) γνώση.
in the theory of human relations, for example, it is the non-rational, nonregulated component which specifically defines a worker. it is his tacit knowledge that makes him the expert in quality circles. cles.
Η αγορά εργασίας, εξασφαλίζει με αυτό τον τρόπο μια συνοχή μεταξύ της εσωτερικής τάξης των θέσεων εργασίας και της εξωτερικής κοινωνικής τάξης έξω από την επιχείρηση.
the appearance of new knowledge in industrial districts and its development thanks to the increased opportunities arising from networking are the result of increased knowledge that has been the fruit of repeated cross-fertilisation between the codified knowledge of research and the tacit knowledge that spreads and takes root in production and distribution systems.
Η εμφάνιση νέων γνώσεων στις βιομηχανικές περιφέρειες και η ανάπτυξή τους χάρη στον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων – πράγμα που οφείλεται στο γεγονός ότι τέθηκαν δίκτυο – είναι αποτέλεσμα της αύξησης των γνώσεων που έχουν προκύψει από τις πολλαπλές αλληλεπιδράσεις μεταξύ, αφενός, των κωδικοποιημένων γνώσεων του χώρου της έρευνας και, αφετέρου, των αφανών γνώσεων για τις οποίες δεν γίνεται λόγος αλλά μεταδίδονται χάρη στα συστήματα παραγωγής και διανομής και εμπεριέχονται σ’αυτά.
the labour-intensive nature of many business-related services, the high degree of interaction with customers, the knowledge intensity of many services and the importance of tacit knowledge are all factors implying the importance of sufficient supply of skilled human capital for future productivity gains.
Η φύση εντάσεως εργασίας πολλών υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις, ο υψηλός βαθμός διάδρασης με τους πελάτες, η ένταση γνώσης πολλών υπηρεσιών και η σημασία της σιωπηρής γνώσης είναι διάφοροι παράγοντες που υπογραμμίζουν τη σημασία της επαρκούς προσφοράς ειδικευμένου ανθρώπινου κεφαλαίου για τη μελλοντική αύξηση της παραγωγικότητας.
of particular importance to the study of learning in organisations is the problem of "tacit knowledge", which according to nonaka, "is highly personal and hard to formalise, making it difficult to communicate to others or to share with others.
Σημαντικής σημασίας στη μελέτη της μάθησης σε οργανισμούς είναι το πρόβλημα της υπονοούμενης γνώσης, το οποίο σύμφωνα με το nonaka, « είναι κυρίως προσωπικό και δύσκολο να μοντελοποιηθεί, κάνοντάς το δύσκολο να επικοινωνήσει με άλλους ή να μοιρασθεί με άλλους ».