Profesyonel çevirmenler, işletmeler, web sayfaları ve erişimin serbest olduğu çeviri havuzlarından.
agricultural and natural sources such as stubble-burning or accidental burning of forests may contribute significantly to pah levels in certain locations.
Οι αγροτικές και οι φυσικές πηγές, όπως η καύση άχυρου ή οι δασικές πυρκαγιές, είναι πιθανό να συμβάλλουν σημαντικά στην άνοδο των επιπέδων ΠΑΥ σε ορισμένες περιοχές.
the sheep are grazed on uplands (between 400 and 800 meters) supplemented by fodder hay, straw and wheat stubble.
Η διατροφή των προβάτων βασίζεται στη βόσκηση σε περιοχές μετρίου υψομέτρου (400 έως 800 μέτρα) και συμπληρώνεται με χορτονομή, άχυρο και υπολείμματα σιτηρών.
the main reason for the vast majority of some 580 wildfires in bulgaria last year was the burning of stubble and vegetable residuals by farmers although the practice is prohibited and is punishable by a fine of up to 3,000 euros.
Ο σημαντικότερος λόγος για την πλειονότητα των 580 περίπου πυρκαγιών στη Βουλγαρία το περασμένο έτος οφειλόταν στο κάψιμο καλαμιών και γεωργικών κατάλοιπων μολονότι η πρακτική αυτή απαγορεύεται και τιμωρείται με πρόστιμο ύψους μέχρι 3.000 ευρώ.
in particular, it proposed a new gaec on organic matter protection, including a ban on arable stubble burning and an obligation not to plough wetlands and carbon-rich soils.
Ειδικότερα πρότεινε μια νέα καλή γεωργική και περιβαλλοντική κατάσταση, η οποία αφορά την προστασία της οργανικής ύλης και περιλαμβάνει την απαγόρευση της καύσης της καλαμιάς στις αροτραίες καλλιέργειες και την υποχρέωση αποκλεισμού της άροσης υγροτόπων και πλούσιων σε άνθρακα εδαφών.
fourthly, we need a ban on chemical stubble burning; we need a levy on nitrogen, i.e. making nitrogen more expensive and paying refunds to farms which make only moderate use of it.
Η ΚΑΠ προσδιορίζει επίσης τις προσόδους και τις συνθήκες ύπαρξης όλων όσων συμμετέχουν, άμεσα ή έμμεσα, στην διαδικασία παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας.
depending on the climate andregion within the eu, sheep may be kept indoors andgiven prepared feed (e.g. cereals), notably ewes atlambing time, or fed arable stubbles or by-products.
Ιουνίου 1990 (ΕΕ l 173 της 6.7.1990) και κανονισµός (ΕΟΚ)αριθ.