英语
an electrical energy/power storage device (e.g. battery, capacitor, flywheel/generator, etc.);
希腊语
διάταξη αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας/ισχύος (π.χ.: συσσωρευτή, πυκνωτή, σφόνδυλο κινητήρα/γεννήτρια κ.λπ.)
最后更新: 2014-11-21
使用频率: 2
质量:
参考: IATE