来自专业的译者、企业、网页和免费的翻译库。
the test must be conducted:
Η δομική εκτελείται:
最后更新: 2014-11-21
使用频率: 2
质量:
these are yet to be conducted.
Οι εν λόγω αξιολογήσεις δεν έχουν ακόμα πραγματοποιηθεί.
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
the study need not be conducted:
Η μελέτη δεν είναι αναγκαία, εάν:
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
follow-up audits will be conducted
Θα διενεργούνται έλεγχοι παρακολούθησης.
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
evaluation to be conducted by the commission
Η αξιολόγηση θα διενεργηθεί από την Επιτροπή
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
the exercise will be conducted in may 2004.
Η άσκηση θα διεξαχθεί τον Μάιο του 2004.
最后更新: 2017-04-26
使用频率: 1
质量:
as regards the initiatives to be conducted:
ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΛΗΦΘΟΥΝ :
最后更新: 2017-04-26
使用频率: 1
质量:
a clinical trial may be conducted only if
Μια κλινική δοκιμή δύναται να διεξάγεται μόνον αν
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
a study will be conducted to investigate this.
Θα διεξαχθεί μια μελέτη για τη διερεύνηση του παραπάνω.
最后更新: 2017-04-26
使用频率: 1
质量:
this study does not need to be conducted if:
Η μελέτη αυτή δεν είναι αναγκαία, εάν:
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 1
质量:
consultations may be conducted in writing if necessary.
Σε περίπτωση ανάγκης, οι διαβουλεύσεις είναι δυνατό να διεξάγονται εγγράφως.
最后更新: 2017-04-06
使用频率: 4
质量: