Da traduttori professionisti, imprese, pagine web e archivi di traduzione disponibili gratuitamente al pubblico.
member states remain responsible for procuring medical countermeasures to cover their citizens.
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι υπεύθυνα για την προμήθεια ιατρικών αντιμέτρων για την κάλυψη των πολιτών τους.
procuring entities shall include in the list all qualified suppliers within a reasonably short time.
Οι φορείς που προβαίνουν στη σύναψη συμβάσεων περιλαμβάνουν στον κατάλογο όλους τους εξουσιοδοτημένους παρόχους εντός εύλογα σύντομου χρονικού διαστήματος.
procuring r&d is commonly used by companies to gain a first-mover advantage.
Η Ε&Α στις δημόσιες συμβάσεις χρησιμοποιείται ευρύτερα από τις εταιρείες για την απόκτηση του πλεονεκτήματος της χρονικά πρώτης επιχειρηματικής παρουσίας.
projects which are funded from this particular budget line meet enormous problems when it comes to procuring equipment.
yπάρχουν τεράστια προβλήματα, ειδικά σε προγράμματα που χρηματοδοτούνται απ' αυτό το κονδύλιο, όταν πρόκειται για προμήθεια υλικού.
procuring entities may award their public contracts by limited tendering procedure, in the following cases:
Οι φορείς που προβαίνουν στη σύναψη συμβάσεων μπορούν να αναθέτουν τις δημόσιες συμβάσεις με διαδικασίες με διαπραγμάτευση, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
pre-commercial procurement: procuring r&d services involving risk-benefit sharing at market conditions
Προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις: Συμβάσεις υπηρεσιών Ε&Α με καταμερισμό κινδύνων-ωφελών με όρους αγοράς