プロの翻訳者、企業、ウェブページから自由に利用できる翻訳レポジトリまで。
in fact, it has worsened.
Στην πραγματικότητα, έχει επιδεινωθεί.
最終更新: 2012-02-28
使用頻度: 2
品質:
global disparities have worsened.
Γιατί οι παγκόσμιες ανισότητες έχουν γίνει μεγαλύτερες.
最終更新: 2012-02-28
使用頻度: 3
品質:
on the contrary, it has worsened.
aντίθετα, χειροτέρεψε.
最終更新: 2012-02-28
使用頻度: 2
品質:
since july, market conditions worsened.
Οι συνθήκες της αγοράς έχουν επιδεινωθεί από τον Ιούλιο.
最終更新: 2017-04-26
使用頻度: 1
品質:
your cardiac disease has worsened recently,
η καρδιακή σας νόσος επιδεινώθηκε πρόσφατα,
最終更新: 2017-04-26
使用頻度: 1
品質:
myoclonic seizures may be worsened by lamotrigine.
Οι µυοκλονικοί σπασµοί µπορεί να επιδεινωθούν µε τη λαµοτριγίνη.
最終更新: 2012-04-11
使用頻度: 2
品質:
stomach) or vomiting that is new or worsened.
ναυτία (ανακάτεµα στο στοµάχι) ή έµετο που µόλις ξεκίνησε ή έµετο που έχει χειροτερεύσει.
最終更新: 2011-10-23
使用頻度: 1
品質:
警告: このアラインメントは正しくない可能性があります。
間違っていると思う場合は削除してください。
worsened scoliosis (caused by rapid growth)
Επιδείνωση σκολίωσης (προκαλείται από ταχεία ανάπτυξη)
最終更新: 2017-04-26
使用頻度: 3
品質:
the council has worsened it instead of improving it.
Το Συμβούλιο, αντί να τον βελτιώσει, τον έκανε χειρότερα.
最終更新: 2012-03-22
使用頻度: 5
品質:
since then, the situation has again worsened dramatically.
Από τότε η κατάσταση έχει οξυνθεί και πάλι δραματικά.
最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 7
品質:
the economic situation has worsened in the last two years;
η οικονομική κατάσταση έχει επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 2
品質:
(12) the situation on the labour market has worsened.
(12) Η κατάσταση στην αγορά εργασίας έχει επιδεινωθεί.
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:
in some countries performance has actually worsened between 2000 and 2006.
Σε ορισμένες χώρες οι επιδόσεις έχουν μάλιστα επιδεινωθεί μεταξύ του 2000 και του 2006.
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:
macroeconomic performance worsened under the impact of adverse economic shocks
Οι μακροοικονομικές επιδόσεις επιδεινώθηκαν λόγω των επιπτώσεων από τις οικονομικές κρίσεις
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:
meanwhile, the problem of poverty in the community has worsened substantially.
Κύρια σημεία της πρότασης της Επιτροπής.
最終更新: 2014-02-06
使用頻度: 2
品質:
in 1999, the economic and financial crisis significantly worsened public finances.
Το 1999, η οικονομική και δημοσιονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική επιδείνωση των δημοσίων οικονομικών.
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:
for some patients, symptoms progressively worsened and led to further pulmonary complications.
Σε μερικούς ασθενείς τα συμπτώματα επιδεινώθηκαν προοδευτικά και οδήγησαν σε περαιτέρω πνευμονικές επιπλοκές.
最終更新: 2012-04-11
使用頻度: 3
品質:
nato 's bombardments, however, have merely worsened and aggravated the situation.
Ωστόσο, οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ έχουν απλώς επιδεινώσει και δυσχεράνει την κατάσταση.
最終更新: 2012-03-22
使用頻度: 5
品質:
, and norway’s already high record has even worsened since the last scoreboard.
Το ήδη υψηλό ποσοστό της Νορβηγίας επιδεινώθηκε περισσότερο από την τελευταία έκδοση του Πίνακα Αποτελεσμάτων.
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質:
furthermore, when market conditions worsened, the agencies failed to adapt the ratings promptly.
Επιπλέον, όταν οι συνθήκες στην αγορά επιδεινώθηκαν, οι οργανισμοί δεν κατάφεραν να προσαρμόσουν εγκαίρως τις αξιολογήσεις.
最終更新: 2017-04-06
使用頻度: 1
品質: