검색어: thus acted (영어 - 그리스어)

컴퓨터 번역

인적 번역의 예문에서 번역 방법 학습 시도.

English

Greek

정보

English

thus acted

Greek

 

부터: 기계 번역
더 나은 번역 제안
품질:

인적 기여

전문 번역가, 번역 회사, 웹 페이지 및 자유롭게 사용할 수 있는 번역 저장소 등을 활용합니다.

번역 추가

영어

그리스어

정보

영어

 not acted upon (

그리스어

 Αpiορριφθείσε„

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

영어

the commission has acted.

그리스어

Επιτροπής (2).

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

영어

the council acted unanimously.

그리스어

Το Συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

영어

others have not acted appropriately.

그리스어

Αλλοι δεν έπραξαν, όπως όφειλαν.

마지막 업데이트: 2012-03-22
사용 빈도: 5
품질:

영어

naturally, we have acted accordingly.

그리스어

Εμείς, φυσικά, ενεργούμε βάσει της παρούσας απόφασης.

마지막 업데이트: 2012-03-22
사용 빈도: 3
품질:

영어

he also acted in several films.

그리스어

Επίσης, είχε παίξει σε αρκετά φιλμ.

마지막 업데이트: 2016-01-20
사용 빈도: 2
품질:

영어

we have quite simply acted too late.

그리스어

Ενεργήσαμε απλά πολύ καθυστερημένα.

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 7
품질:

영어

it has acted quickly, but also erratically.

그리스어

Έδρασε γρήγορα, αλλά και παράξενα.

마지막 업데이트: 2012-02-28
사용 빈도: 2
품질:

영어

no member state has ever acted unilaterally.

그리스어

Κανένα κράτος δεν προέβη ποτέ σε μονομερείς πράξεις.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

영어

sorry. sorry about the way we acted.

그리스어

Συγνώμη για τον τρόπο που λειτουργήσαμε.

마지막 업데이트: 2016-01-20
사용 빈도: 1
품질:

영어

many Århus students have since acted similarly.

그리스어

Από τότε πολλοί σπουδαστές από το Århus έχουν πρά­ξει παρόμοια.

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

영어

mr president, as usual you acted very quickly.

그리스어

Κύριε Πρόεδρε, όπως πάντα τα πήγατε πολύ γρήγορα.

마지막 업데이트: 2012-03-22
사용 빈도: 5
품질:

영어

the commission has acted after receiving a complaint.

그리스어

Η Επιτροπή ενήργησε μετά τη λήψη σχετικής καταγγελίας.

마지막 업데이트: 2017-04-26
사용 빈도: 1
품질:

영어

this parliament has acted with responsibility when given responsibility.

그리스어

Αυτό το Κοινοβούλιο ενήργησε με υπευθυνότητα, όταν του δόθηκε αρμοδιότητα.

마지막 업데이트: 2012-02-28
사용 빈도: 2
품질:

영어

wherever i could, i acted immediately to quash it.

그리스어

Όπου μπόρεσα, ενήργησα αμέσως για να την διαψεύσω.

마지막 업데이트: 2012-02-28
사용 빈도: 2
품질:

영어

thus, our parliament acted very correctly in recom­mending the commission to improve their conditions of life substantially.

그리스어

2-1745/ 84) σχετικά με οδηγία που αφορά τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις ορισμένων επικίνδυνων ουσιών, που υπάγονται στον κατάλογο Ι, του παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

영어

the issuing banks have acted; the finance ministers have acted.

그리스어

Οι εκδότριες τράπεζες έδρασαν, οι υπουργοί οικονομικών έδρασαν.

마지막 업데이트: 2012-02-28
사용 빈도: 2
품질:

영어

thus, a large majority (47 of a total of 72) of eesc proposals were acted on by the commission.

그리스어

Αυτό σημαίνει ότι η Επιτροπή ακολούθησε στη μεγάλη πλειοψηφία τους (47 περιπτώσεις επί 72 συνολικά) τις προτάσεις της ΕΟΚΕ.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

영어

thus, this influencing factor acted as both an inhibitor as well as an activator for the programme, depending on the national context and resource availability.

그리스어

Είχαν συνεπώς τόσο ανασταλτική όσο και ενεργοποιητική επίδραση στο πρόγραμμα, ανάλογα με το εθνικό πλαίσιο και τους διαθέσιμους πόρους.

마지막 업데이트: 2017-04-06
사용 빈도: 1
품질:

영어

the belgian government argues, alternatively, that the commission failed to state reasons for its decision to order recovery of the aid and thus acted in breach of article 253 ec.

그리스어

Επί των επιπτώσεων του σχεδίου maribel bis/ter επί των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ κρατών μελών

마지막 업데이트: 2014-02-06
사용 빈도: 2
품질:

인적 기여로
7,794,725,568 더 나은 번역을 얻을 수 있습니다

사용자가 도움을 필요로 합니다:



당사는 사용자 경험을 향상시키기 위해 쿠키를 사용합니다. 귀하께서 본 사이트를 계속 방문하시는 것은 당사의 쿠키 사용에 동의하시는 것으로 간주됩니다. 자세히 보기. 확인