Обучается переводу с помощью примеров, переведенных людьми.
Добавлены профессиональными переводчиками и компаниями и на основе веб-страниц и открытых баз переводов.
monographs is well established.
Η chmp επεσήμανε ότι το uman big παρασκευάζεται από μεγάλες δεξαμενές ανθρωπίνου πλάσματος μέσω παγιωμένης και επικυρωμένης βιομηχανικής διεργασίας και ότι είναι επαρκώς τεκμηριωμένη η συμμόρφωσή του προς τις μονογραφίες της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας.
Последнее обновление: 2011-10-23
Частота использования: 1
Качество:
Предупреждение: Это сопоставление может быть неверным.
Удалите его, если считаете, что это так.
the causes of asd are not well established.
τα αίτια της asd δεν είναι καλά τεκμηριωμένα.
Последнее обновление: 2019-11-23
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
the internal road market framework is well established.
Το πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς οδικών μεταφορών έχει πλέον συγκροτηθεί.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
the techniques for making such assessments are well established.
Οι μέθοδοι για την πραγματοποίηση τέτοιων εκτιμήσεων, είναι παγιωμένες.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
europe's external economic relations are well established.
Οι εξωτερικές οικονομικές σχέσεις της Ευρώπης είναι εδραιωμένες.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
cooperation between the scandinavian countries is also well established.
Επίσης η συνεργασία μεταξύ των Σκανδιναβικών χωρών λειτουργεί ικανοποιητικά.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
dfa is now well established, although not yet widely practiced.
Ο Σχεδιασμός για όλους έχει εδραιωθεί πλέον, παρόλο που δεν εφαρμόζεται ευρέως.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
this procedure has been well established and has proved its worth.
Πρόκειται για μία διαδικασία που έχει θεσπιστεί πολύ σωστά και έχει αποδείξει την αξία της.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
Источник:
in weather forecasting services the role of satellites is well established.
Στις υπηρεσίες μετεωρολογικών προβλέψεων ο ρόλος των δορυφόρων είναι αδιαμφισβήτητος.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
2.1 the origins of the baltic sea strategy are well established.
2.1 Η προέλευση της στρατηγικής για την περιοχή της Βαλτικής είναι πολύ γνωστή.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
the policy on prices has become well established over recent years.
Η πολιτική των τιμών έχει πλέον παγιωθεί κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 5
Качество:
Источник:
best practices are not yet well established, they are still taking shape.
Οι βέλτιστες πρακτικές δεν έχουν ακόμη καθιερωθεί στην αγορά, αλλά είναι ακόμη υπό διαμόρφωση.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
the connection between drug dealing, drug addiction and crime is well established.
Η σύνδεση μεταξύ πώλησης ναρκωτικών, εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες και εγκλήματος έχει αποδειχτεί πολλές φορές.
Последнее обновление: 2012-03-22
Частота использования: 3
Качество:
Источник:
the economic recovery under way since mid-1993 is well-established:
Η οικονομική ανάκαμψη που παρατηρείται από τα μέσα του 1993 σταθεροποιείται:
Последнее обновление: 2017-04-26
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
civil aviation has well established traditions in accident investigation and occurrence reporting.
Η πολιτική αεροπορία έχει καλή παράδοση στη διερεύνηση ατυχημάτων και την αναφορά περιστατικών.
Последнее обновление: 2017-04-06
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
138.9 €/ha in areas where the production is "well-established"
138.9 €/ha σε περιοχές όπου η παραγωγή είναι "καθιερωμένη"
Последнее обновление: 2017-04-26
Частота использования: 1
Качество:
Источник:
Предупреждение: Содержит скрытое HTML-форматирование