De traductores profesionales, empresas, páginas web y repositorios de traducción de libre uso.
alla russia non può sembrare opportuno creare insicurezza lasciando in sospeso questioni di frontiera.
Δεν πρέπει να φαίνεται κατάλληλο για τη Ρωσία να δημιουργεί ανασφάλεια με το να έχει ασαφή συνοριακά ζητήματα.
al contrario, sta rapidamente preparando i lavoratori a vivere in un regime di insicurezza totale e permanente.
Αντίθετα, προετοιμάζει, και μάλιστα ταχύρρυθμα, τους εργαζόμενους να ζουν υπό καθεστώς πλήρους και μόνιμης ανασφάλειας.
l' immigrazione è troppo spesso sinonimo di insicurezza e di violenza e oggetto di risposte puramente repressive.
Η μετανάστευση είναι πολύ συχνά συνώνυμη της ανασφάλειας και της βίας και οι απαντήσεις που δίνονται καθαρά κατασταλτικές.
il risultato sarà: più spopolamento, più desertificazione, più insicurezza, meno qualità, meno indipendenza alimentare.
Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι μεγαλύτερη εγκατάλειψη της υπαίθρου, μεγαλύτερη απερήμωση, μεγαλύτερη ανασφάλεια, κατώτερη ποιότητα και λιγότερη επισιτιστική ανεξαρτησία.
in futuro i controlli finanziari dovranno essere effettuati in modo mirato, per le operazioni che presentino fattori di insicurezza o di rischio.
Όποιος είναι υποχρεωμένος να ελέγχει τα πάντα, φυσικά στο τέλος δεν ελέγχει τίποτα. Μελλοντικά λοιπόν θα πρέπει οι προκατακτικοί έλεγχοι να γίνονται συστηματικά εκεί όπου υπάρχει αβεβαιότητα ή κίνδυνος.
i timori generati dall’ insicurezza del lavoro e dal pregiudizio certamente rappresentano un capitale politico che può essere immediatamente messo a frutto.
Οι φόβοι τους οποίους προκαλούν η ανασφάλεια στην εργασία και οι προκαταλήψεις αντιπροσωπεύουν σίγουρα πολιτικό κεφάλαιο το οποίο προσφέρεται για εύκολη εκμετάλλευση.
l' insicurezza marittima, lo sottolineano molti operatori del settore, è dovuta in larga misura alla deregolamentazione e a prassi compiacenti.
Όπως υπογραμμίζουν πολλοί παράγοντες, η ανασφάλεια στη θάλασσα οφείλεται κατά μέγα μέρος στην απορύθμιση και στις χαλαρές πρακτικές.
molti cittadini albanesi lasciano il paese a causa dell' insicurezza che vi regna, dei problemi sociali, delle strutture sociali e familiari antiquate.
Ένας σημαντικός αριθμός Αλβανών εγκαταλείπει τη χώρα του εξαιτίας της ανασφάλειας που επικρατεί εκεί, εξαιτίας των κοινωνικών δυσκολιών, εξαιτίας των απηρχαιωμένων κοινωνικών και οικογενειακών δομών.
benché l' obiettivo non fosse la minoranza greca, l' attacco ha contribuito a creare un clima d' insicurezza nella regione.
Μπορεί η ελληνική μειονότητα να μην ήταν ο στόχος της εν λόγω επίθεσης, η επίθεση αυτή όμως δεν παύει να συμβάλει στη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας στην περιοχή.
cause, queste, che conosciamo fin troppo bene: la disoccupazione, lʼ insicurezza e il sentimento, in certa misura giustificato, che il mondo si stia disumanizzando.
Τις γνωρίζουμε άριστα: ανεργία, ανασφάλεια και αίσθηση, καμμιά φορά δικαιολογημένη, ότι ο κόσμος γίνεται όλο και πιο απάνθρωπος.
l' insicurezza sociale e l' aumento della criminalità s' insediano nella società postindustriale e colpiscono tanto i settori tradizionali quanto la cosiddetta nuova economia.
Κυρία Επίτροπε, επίσης ακούσαμε ήδη να λέγεται ότι η αγορά δεν έχει φυσικούς νόμους και ότι οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να επεμβαίνουν με τη νομοθεσία, μέσω των θεσμικών δράσεων και του κοινωνικού διαλόγου.